Προφανώς, διαβάζοντας τον τίτλο κάποιος θα αναρωτιέται πώς μια ζωοτροφή κατάφερε εντέλει να μπει στο τραπέζι μας. Χάρη στο μάρκετινγκ, αν και ως έννοια δεν υπήρχε τα χρόνια εκείνα, η πατάτα κατάφερε να διεισδύσει τον 18ο αιώνα στην Ευρώπη και να ενταχθεί στη διατροφή μας.
Είναι εξάλλου γνωστή σε ορισμένους η ιστορία με τον Γάλλο φαρμακοποιό, τον Antoine-Augustin Parmentier, που έβαλε ένοπλους φρουρούς για να προστατεύσουν τη σοδειά της πατάτας, που μόλις είχε εισαχθεί από την Λατινική Αμερική (κάτι ανάλογο φέρεται να έκανε και ο Καποδίστριας – και στη Γερμανία εφαρμόστηκε η ίδια πρακτική). Είχε ένα πολύ καλό προϊόν στα χέρια του, ωστόσο η αγορά δεν το ήθελε.
Τα χρόνια εκείνα η πατάτα πέρα ότι ήταν ζωοτροφή, ήταν και δύσκολη στη χώνεψη, σύμφωνα πάντα με τους Γάλλους. Προκειμένου να κάμψει αυτή την αντίληψη, ο φαρμακοποιός ζήτησε από τους φρουρούς να είναι επιρρεπείς στο «λάδωμα», να παίρνουν έναν υπνάκο, αλλά και να αποχωρούν το βράδυ.
Το νέο διαδόθηκε (word-of-mouth-marketing), με αποτέλεσμα οι Γάλλοι να «κλέβουν» αυτό το «απαγορευμένο φρούτο» και να το καλλιεργούν…
Δημιουργώντας μια αίσθηση σπανιότητας και αξίας γύρω από το προϊόν, ο Γάλλος φαρμακοποιός κατάφερε να κάνει ένα προϊόν ελκυστικό, χωρίς καν να χρειαστεί να υπερτονίσει τις ευεργετικές του ιδιότητες. Εν ολίγοις, αντί να το προωθήσει, αυτός επέλεξε να το… αποσύρει.
Στην εποχή μας, οι εταιρείες χρησιμοποιούν συχνά την τεχνική της "περιορισμένης διαθεσιμότητας" ή της δημιουργίας τεχνητής έλλειψης για να ενισχύσουν την αξία ενός προϊόντος, κάνοντάς το πιο επιθυμητό. Αυτό δημιουργεί την εντύπωση ότι το προϊόν είναι "απαγορευμένο" ή "εκλεκτό", κάτι που μπορεί να ενισχύσει την επιθυμία για απόκτησή του.