Υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να διαφοροποιηθείς από τον ανταγωνισμό. Μπορείς να διαφοροποιήσεις το προϊόν σου, να διαφοροποιηθείς με βάση το προσωπικό σου (π.χ. Hooters) ή να διαφοροποιήσεις τις υπηρεσίες που προσφέρεις.
Στο τελευταίο φαίνεται ότι επένδυσε ο «Μιχάλης ο Κουτάλας», όταν άρχισε να δραστηριοποιείται επιχειρηματικά τη δεκαετία του ’60 στην παραλιακή λεωφόρο Αθηνών – Σουνίου στο ύψος της Βάρης. Χρησιμοποιώντας μια τεράστια κουτάλα (την οποία μάλιστα είχε κατοχυρώσει με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας), που παρέπεμπε στο ξύλο που ξεφουρνίζουν το ψωμί, εξυπηρετούσε τους πελάτες του.
Τα χρόνια εκείνα το «πληθωρικό» περίπτερό του ήταν σημείο αναφοράς για τους ντόπιους αλλά και τους περαστικούς. Ο ίδιος εργαζόταν καθημερινά 12-14 ώρες την ημέρα, χωρίς διακοπές, όταν σκέφτηκε κάτι πραγματικά καινοτόμο. Αντί να βγαίνει στη ζέστη για να εξυπηρετήσει τους πελάτες ή να βγαίνουν αυτοί από το αυτοκίνητο για να παραγγείλουν, επινόησε την κουτάλα για να απλοποιήσει τη διαδικασία.
Το περίπτερο στεκόταν -μέχρι το 2011, όταν με απόφαση του Δήμου μεταφέρθηκε, για λόγους ασφαλείας, ένα στενό πιο πίσω (χάνοντας το ανταγωνιστικό του πλεονέκτημα)- πάνω στην παραλιακή, λίγο μετά το βενζινάδικο που υπήρχε στο σημείο που ενώνονται η Ποσειδώνος με τη Βουλιαγμένης.
Σταματούσαν τα αυτοκίνητα μπροστά του και αμέσως εμφανιζόταν η περιβόητη κουτάλα. Ο συνοδηγός έδινε την παραγγελία, ο περιπτεράς έβαζε μέσα στην κουτάλα από τσιγάρα και μπισκότα, μέχρι σοκολάτες, τσίχλες, χαρτομάντηλα, πατατάκια, νερά, ακόμη και σταυρόλεξα. Ο πελάτης άφηνε τα χρήματα στην κουτάλα, η οποία επέστρεφε με τα προϊόντα και τα ρέστα....
Προφανώς και ο ίδιος να μην πίστευε ποτέ ότι αυτή η κουτάλα θα τον έκανε διάσημο σε όλο το λεκανοπέδιο, με τις ουρές αυτοκινήτων δίπλα στο περίπτερό του να αποτελούν μια συνηθισμένη εικόνα για τις κατοπινές δεκαετίες.