Στα μέσα του καλοκαιριού του 2023 όλα τα sites διαμήνυαν την κατακόρυφη πτώση της Μυκόνου και της Σαντορίνης, δύο νησιών που πάντα ηγούταν της τουριστικής ανάπτυξης. Αρκετοί μάλιστα μιλούσαν για πτώση που έφθανε το 40-50%.
Κάνοντας, ωστόσο, απολογισμό διαπιστώνουμε ότι όντως τα δύο νησιά κινήθηκαν πτωτικά, χωρίς ωστόσο να επιβεβαιώνονται τα παραπάνω νούμερα. Η Μύκονος είχε μειωμένο τζίρο, συγκριτικά με το 2022, περί το -11%, η δε Σαντορίνη κυμάνθηκε στο -3% - αμφότερες οι αφίξεις στα δύο νησιά κινήθηκαν ελαφρώς πτωτικά (πηγή traveldailynews.gr).
Τα νούμερα αυτά βέβαια δεν πρέπει να προκαλούν κανέναν εφησυχασμό καθώς έλαβαν χώρα σε μια σεζόν που κινήθηκε έντονα αυξητικά, περί το 10%, με πολλά αεροδρόμια να "αναστενάζουν" από τουρίστες.
Τις πταίει;
Γιατί όμως οι δύο ναυαρχίδες μας κινήθηκαν πτωτικά. Ηταν απλώς μια κακή συγκυρία ή συνιστά την αρχή μιας ευρύτερης πτώσης και παρακμής;
Φυσικά καμία σοβαρή μελέτη/έρευνα για τους λόγους της πτώσης δεν έχει γίνει. Αλήθεια, πώς θα διορθωθεί η κατάσταση αν δεν ξέρουμε ποιο είναι το πρόβλημα; Η ερώτηση είναι ρητορική.
Το σίγουρο είναι ότι η πτώση δεν αποδίδεται αποκλειστικά σε έναν παράγοντα, αλλά μάλλον σε μια ποικιλία παραμέτρων.
Το αρνητικό word-of-mouth, ιδιαίτερα για τη Μύκονο, σίγουρα επηρέασε αρνητικά, με τα social media να βρίθουν από αρνητικά σχόλια για το νησί, την εξυπηρέτηση και τις τιμές. Πλέον, αυτό που κάποτε ήταν το δυνατό τους χαρτί, έχει πλέον εξελιχθεί σε βαρίδι.
Το value-for-money είναι και αυτό ένα πρόβλημα, με αμφότερους προορισμούς συχνά να μην προσφέρουν καλή σχέση ποιότητας-τιμής.
Το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα είναι ότι τα δύο νησιά υπάγονται στο φάσμα του overtourism (υπερτουρισμού). Η φέρουσα ικανότητά τους έχει κατά πολλού ξεπεραστεί, οι ελλιπείς υποδομές δεν αντέχουν και σίγουρα δεν μπορούν να ικανοποιήσουν τους τουρίστες (π.χ. νοσοκομεία, δρόμοι, απορρίμματα, ύδρευση, αποχέτευση), οι ντόπιοι δυσανασχετούν.
Αν σε όλα αυτά προστεθεί το ανύπαρκτο μάρκετινγκ (για branding προορισμού ούτε λόγος), τότε αντιλαμβανόμαστε ότι η πτώση ίσως επήλθε φυσιολογικά. Ο τουρισμός εξάλλου ήταν ανέκαθεν στον αυτόματο, χωρίς καμία ουσιαστική στρατηγική.
Τι θα μπορούσε να γίνει;
Πέρα από οτιδήποτε άπτεται του μάρκετινγκ, της διαφήμισης και του branding (δεν θα έπρεπε αυτοί οι δύο προορισμοί να έχουν δική τους -μοντέρνα- ιστοσελίδα και, γιατί όχι, μια υπηρεσία που θα διαχειριζόταν τη διαδικτυακή τους φήμη;), καθώς και τη βελτίωση των υποδομών, θα πρέπει να ληφθούν μέτρα σχετικά με τον υπερτουρισμό και τη διατήρηση του παραδοσιακού χαρακτήρα τους (ό,τι έχει απομείνει).
Διαβάστε ακόμα: Τουρισμός: Τα νούμερα ευημερούν, όμως οι πληγές παραμένουν... {alertInfo}
Δυστυχώς, μολονότι και οι δύο προορισμοί φλερτάρουν εδώ και χρόνια με το τελευταίο στάδιο του κύκλου ζωής ενός προορισμού (ναι, σωστά, και οι προορισμοί έχουν κύκλο ζωής), τα μέτρα που έχουν ληφθεί όλα αυτά τα χρόνια είναι μάλλον... ασπιρίνες. Απαιτείται διαχείριση και όχι προώθηση του προορισμού και σίγουρα θα πρέπει όλοι οι ενδιαφερόμενοι να κάτσουν και να δουν τι τουρισμό θέλουν και πώς θέλουν να είναι το νησί τους σε 5-10 χρόνια (σ.σ. πρέπει σίγουρα να μπει ένα φρένο στις οικοδομικές άδειες και στην Airbnb).
Αλλά επειδή τα λεφτά είναι πολλά και τα συμφέροντα είναι μεγάλα, πολύ φοβάμαι ότι τίποτα από όλα αυτά δεν θα συμβεί. Πάμε στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα... Μόνο που το άγνωστο δεν θα είναι και πολύ άγνωστο...
Υ.Γ.
Το άκρως ανησυχητικό είναι ότι πολλά κυκλαδίτικα νησιά, όπου τα τελευταία χρόνια επικρατεί οικοδομικός οργασμός, φλερτάρουν με την ιδέα να γίνουν η επόμενη Μύκονος ή Σαντορίνη...