Ο Apple III βγήκε στην αγορά το 1980 και ήταν η απάντηση της εταιρείας στις επιθυμίες των επαγγελματιών χρηστών, που αναζητούσαν ένα πιο ισχυρό εργαλείο από ό,τι ήταν ο Apple II.
Ο νέος υπολογιστής ήταν δημιούργημα περισσότερο του τμήματος μάρκετινγκ παρά των μηχανικών της εταιρείας, τους οποίους αγνόησε επιδεικτικά ο εμμονικός και τελειομανής Steve Jobs. Αποτέλεσμα: ο Apple III έβριθε ελαττωμάτων.
Ίσως το πιο σημαντικό ελάττωμά του θνησιγενούς μοντέλου ήταν η συχνή υπερθέρμανσή του, με αποτέλεσμα τα κυκλώματά του να βραχυκυκλώνουν. Η λύση προφανώς ήταν τα ανεμιστηράκια, τα οποία όμως ο συνιδρυτής της Apple είχε ξορκίσει καθώς τα μισούσε γιατί ήταν θορυβώδη, αλλά και οι αεραγωγοί, τους οποίους θεωρούσε ότι ήταν αντιαισθητικοί.
Ελλείψει σωστού εξαερισμού αλλά και επειδή ο Jobs ήθελε να κατασκευαστεί από ένα μόνο κομμάτι και όχι από εξαρτήματα που θα «έδεναν» μαζί, το μηχάνημα υπερθερμαίνονταν με αποτέλεσμα τα δεδομένα να εμφανίζονται ανακατεμένα στην οθόνη.
Διαβάστε ακόμα: Πούλα οφέλη, όχι χαρακτηριστικά {alertInfo}
Τα παράπονα έπεφταν βροχή και οι υπάλληλοι δεν ήξεραν πώς να τα αντιμετωπίσουν. Μέχρι που ένας από τους πρώτους μηχανικούς της Apple, ο Daniel Kottke, όντας εκνευρισμένος επειδή αντιμετώπιζε το ίδιο πρόβλημα, έπιασε τον υπολογιστή, τον ανασήκωσε και τον πέταξε πάνω στο γραφείο του. Ως εκ θαύματος, ο υπολογιστής έκανε reset και δούλεψε ξανά…
Αυτή ήταν και η λύση που όλοι οι υπάλληλοι στο τμήμα εξυπηρέτησης θα πρότειναν στους πελάτες που είχαν αυτό το πρόβλημα. Επακριβώς τους έλεγαν: «Ανασηκώστε τον υπολογιστή δύο ίντσες (περίπου 7 πόντους) και αφήστε τον να πέσει. Αυτό θα επαναφέρει τα κυκλώματά του»…