Το 1949, ο 37χρονος David Packard συμμετείχε σε μια συνάντηση ηγετών επιχειρήσεων. Ακούγοντας τους συναδέλφους του καθώς συζητούσαν για το πώς να αποσπάσουν περισσότερα κέρδη από τις εταιρείες τους, δεν μπόρεσε τελικά να συγκρατηθεί. "Μια εταιρεία έχει μεγαλύτερη ευθύνη από το να βγάζει χρήματα για τους μετόχους της", διαβεβαίωσε, αφήνοντας τους πάντες έκπληκτους. "Έχουμε ευθύνη απέναντι στους υπαλλήλους μας να αναγνωρίσουμε την αξιοπρέπειά τους ως ανθρώπινα όντα", είπε ο Packard, διαμοιραζόμενος την πεποίθησή του ότι όσοι συνδράμουν στη δημιουργία πλούτου έχουν το ηθικό δικαίωμα να μοιράζονται τον πλούτο αυτό.
Για τους παλαιότερους, οι ιδέες του Packard έμοιαζαν οριακά σοσιαλιστικές, αν όχι εντελώς επικίνδυνες. "Έμεινα έκπληκτος και σοκαρίστηκα που ούτε ένα άτομο σε εκείνη τη συνάντηση δεν συμφώνησε μαζί μου", ανέφερε αρκετά αργότερα. "Ήταν ολοφάνερο ότι πίστευαν ακράδαντα ότι δεν ήμουν ένας από αυτούς και προφανώς δεν είχα τα προσόντα να διευθύνω μια σημαντική επιχείρηση".
Αυτό όμως ήταν μια χαρά για τον David Packard. Δεν ήθελε ποτέ να είναι μέλος του κλαμπ των CEO - ανήκε στο κλαμπ της Hewlett-Packard. Σε μια εποχή που τα αφεντικά κατοικοέδρευαν σε πολυτελή και απρόσιτα γραφεία, ο Packard φρόντιζε να είναι ορατός και να περνά περισσότερο χρόνο με τους μηχανικούς του.
Διαβάστε ακόμα: Herb Kelleher. Ισως ο καλύτερος CEO ever...
Ασκούσε αυτό που θα γινόταν διάσημο ως "διοίκηση δια της περιήγησης" (managing by walking around). Αναμφίβολα, το πιο ριζοσπαστικό από όλα για τα χρόνια εκείνα ήταν ότι μοιραζόταν το κεφάλαιο και τα κέρδη με όλους τους εργαζόμενους (profit sharing).
Η φιλοσοφία των δύο ιδρυτών, γνωστή ως "The HP Way", παρέµεινε ανατρεπτική, καθώς απορρίφθηκε η αυστηρή ιεραρχία και τυπικότητα, καθιερώθηκε η συμμετοχή των εργαζομένων στα κέρδη (πριμ παραγωγικότητας και μπόνους 5 δολαρίων σε κάθε εργαζόμενο τα Χριστούγεννα) και η διάθεση μετοχών, ενώ ενθαρρύνθηκε η ατοµική δηµιουργικότητα, ο σεβασµός και η εµπιστοσύνη των εργαζοµένων. Τα προσωπικά αντικείµενα φυλάσσονταν σε ξεκλείδωτα ντουλάπια, οι διευθυντές δεν είχαν δικά τους γραφεία, όλοι αποκαλούνταν µε το µικρό τους όνοµα, ενώ υπήρχαν ειδικοί χώροι αναψυχής ανά τον κόσµο, αποκλειστικά για τους εργαζοµένους και τις οικογένειές τους.
Αυτό που διαχώρισε τον Packard από τη μάζα, με άλλα λόγια, ήταν ότι δεν ήταν ένα άτομο που ξεχώριζε. Παρά το γεγονός ότι ήταν ένας από τους πρώτους αυτοδημιούργητους δισεκατομμυριούχους της Silicon Valley, παρέμεινε ταπεινός συνεχίζοντας να ζει στο μικρό σπίτι που είχε χτίσει με τη σύζυγό του, το 1957. Και παρόλο που δώρισε (μαζί με τον Hewlett) στο Stanford University ένα τεράστιο ποσό, δεν επέτρεψε ποτέ να εμφανιστεί το όνομά του σε κανένα από τα κτίρια του ιδρύματος όσο ζούσε.
Προσδιορίζοντας τον εαυτό του πρώτα ως άνθρωπο της HP και μετά ως διευθύνοντα σύμβουλο, ο Packard έκανε κάτι περισσότερο από το να επιδεικνύει ταπεινότητα. Δημιούργησε μια μοναδική κουλτούρα που μετατράπηκε σε ανταγωνιστικό όπλο, η οποία μεταφράστηκε σε 40 συνεχή χρόνια κερδοφόρας ανάπτυξης.
Με πληροφορίες από το Γνωστά Ονόματα, Αγνωστες Ιστορίες 2