Tupper. Η άνοδος και η πτώση ενός επαναστατικού προϊόντος

Το πλαστικό θεωρείτο κατώτερο υλικό, µέχρι τη στιγµή που ένας πολυµήχανος εφευρέτης, ο Earl Silas Tupper, πειραµατίστηκε µε κατάλοιπα του πετρελαίου και τελικά ανακάλυψε νέες χρήσεις. Το τάπερ είχε µόλις εµφανιστεί, όµως η καθιέρωσή του στη ζωή µας οφειλόταν σε µια διαζευγµένη μητέρα και δυσβάσταχτα χρέη.

Ο Earl Silas Tupper, γεννήθηκε το 1907 σε µια µικρή φάρµα, όπου από µικρός επέδειξε έντονο επιχειρηµατικό δαιμόνιο. Σε ηλικία 10 ετών, πουλούσε τα προϊόντα του κτήµατος από πόρτα σε πόρτα, γνωρίζοντας ότι ήταν πιο προσοδοφόρο από το να τα διαθέτει από ένα πάγκο ή στην αγορά. Οι φιλοδοξίες του όµως δεν περιορίζονταν στο κτήµα, αφού ήθελε να γίνει διάσημος και εκατομμυριούχος πριν κλείσει τα 30 χρόνια. Μεταπηδώντας από τη μία δουλειά στην άλλη, ίδρυσε µία εταιρεία για την περιποίηση των δέντρων και του κήπου, η οποία πήγαινε αρκετά καλά µέχρι το Κραχ του 1929, οπότε κήρυξε πτώχευση.

Παράλληλα, είχε πάθος με τις εφευρέσεις καθώς επινόησε τη σύγχρονη καλτσοδέτα, μια τσατσάρα που μπορούσε να προσαρμοστεί στη ζώνη του κατόχου της, τη βάρκα σε σχήμα ψαριού, το παντελόνι που δεν τσαλάκωνε και μια πτυσσόμενη θέση για καμπριολέ αυτοκίνητα. Ωστόσο, καμία από αυτές τις μικροεφευρέσεις δεν του απέφερε εισόδημα.

Ο Tupper θεωρούσε ότι το πλαστικό θα ήταν «το υλικό του µέλλοντος», γι’ αυτό εγκατέλειψε τη DuPont όπου εργάζονταν ως χηµικός, για να ιδρύσει το 1938 την Tupperware Plastics Company και να πειραµατιστεί πάνω στο νέο υλικό. Η επιχείρησή του, σε συνεργασία µε την DuPont, παρήγαγε πλαστικά προϊόντα για βιοµηχανική χρήση, ενώ κατά τη διάρκεια του πολέµου κατασκεύαζε εξαρτήµατα για µάσκες αερίων και λάµπες του ναυτικού. Μετά τον πόλεµο, ο Αµερικάνος εφευρέτης αποφάσισε να δημιουργήσει πλαστικά προϊόντα για τους καταναλωτές, όπως θήκες για τσιγάρα και ποτήρια για το µπάνιο, που προσφέρονταν ως δώρο µε την αγορά προϊόντος διαφορετικής εταιρείας.

Την εποχή εκείνη το πλαστικό ήταν ένα νέο σχετικά υλικό (το πολυαιθυλένιο ανακαλύφθηκε µόλις το 1942) χωρίς όµως ιδιαίτερη επιτυχία, αφού οι καταναλωτές το θεωρούσαν γλοιώδες, λεπτό και µε έντονη µυρωδιά. Ο Tupper πειραµατίστηκε πάνω στο µαύρο πολυαιθυλένιο, κατάλοιπο της διύλισης πετρελαίου, που του προµήθευε η DuPont, δηµιουργώντας τελικά ένα ευλύγιστο, δυνατό και στέρεο υλικό.

Αν και αρχικά σκέφτηκε να παράγει σόλες για παπούτσια, µετά από ώριµη σκέψη στράφηκε στην κατασκευή πλαστικών δοχείων για τα τρόφιµα, τα οποία µέχρι τότε αποθηκεύονταν σε γυάλινα βάζα, τενεκεδάκια και πήλινα δοχεία. Εν έτει 1946, δηµιούργησε ένα αεροστεγές καπάκι –µια ιδέα που του ήρθε παρατηρώντας την ανεστραµµένη κυκλική στεφάνη ενός τσίγκινου δοχείου µπογιάς– χάρη στο οποίο θα διατηρούνταν τα τρόφιµα χωρίς υγρασία, σκόνη και οσµές. Είχε μόλις δημιουργήσει το αδιάβροχο και αεροστεγές πλαστικό δοχείο φαγητού, το γνωστό σε όλους μας «τάπερ», που θα τον έκανε διάσημο και πλούσιο.

Όµως, η προώθηση του καινοτόμου προϊόντος αποτέλεσε έναν δυσεπίλυτο γρίφο καθώς οι καταναλωτές δεν αντιλήφθηκαν άμεσα τα προτερήματά του. Αρχικά τα Tupperware διατέθηκαν σε καταστήµατα, όµως δεν υπήρχε η ανάλογη ανταπόκριση από τους καταναλωτές, οι οποίοι όχι µόνο θεωρούσαν ότι το πλαστικό ήταν ένα υποδεέστερο υλικό, αλλά και δεν γνώριζαν πώς να χρησιµοποιήσουν το καπάκι.

Η λύση ήρθε το 1948, όταν ο Tupper παρατήρησε προς μεγάλη του έκπληξη ότι πολλές από τις πωλήσεις των προϊόντων του προέρχονταν από µία μόνο πωλήτρια, την Brownie Wise, η οποία πουλούσε τα προϊόντα διαφόρων εταιρειών. Ο εφευρέτης έµεινε κυριολεκτικά άφωνος όταν παρατήρησε ότι οι εβδοµαδιαίες πωλήσεις της κυρίας αυτής έφθαναν τα 1.500 δολάρια.

Η Brownie Wise, διαζευγµένη µητέρα ενός παιδιού και πνιγµένη στα χρέη, προωθούσε τα προϊόντα µε ένα πρωτοποριακό τρόπο, την κατ’ οίκον επίδειξη, όπου ο πωλητής επισκεπτόταν το νοικοκυριό και παρουσίαζε τα προϊόντα στις φίλες της οικοδέσποινας, η οποία έπαιρνε ποσοστό επί των πωλήσεων της βραδιάς. Όταν λοιπόν κάποιος φίλος τής δώρισε µερικά τάπερ, η Wise ενθουσιάστηκε, αν και χρειάστηκε τρεις µέρες για να µάθει να χρησιµοποιεί το καπάκι, και τα πρόσθεσε στα υπόλοιπα προς πώληση προϊόντα.

Οι επιδείξεις αυτές είχαν τόσο µεγάλη επιτυχία που παρακίνησαν τον Tupper το 1951 να αποσύρει τα προϊόντα του από τα ράφια των καταστημάτων και να αναθέσει την αποκλειστική διανοµή στην εταιρεία Tupperware Home Parties, της οποίας διευθύντρια ανέλαβε η Wise.

Το 1958, την ίδια χρονιά που η Wise απολύθηκε λόγω έντονων διαφωνιών με τον ιδρυτή (αιτία ήταν ένα καταστροφικό πάρτι της Wise, με 21 τραυματίες εν μέσω καταιγίδας), ο Earl Tupper πούλησε την εταιρεία του έναντι 16 εκατ. δολαρίων, πήρε διαζύγιο και αποσύρθηκε, για φορολογικούς λόγους, στην Κόστα Ρίκα, όπου αναβίωσε το πάθος του –πάλι, χωρίς επιτυχία- με τις εφευρέσεις,  µέχρι το θάνατό του, το 1983. 

Σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή, ο πραγματικός λόγος της αποπομπής της Wise ήταν η επιθυμία του Αμερικάνου εφευρέτη να πουλήσει την εταιρεία του, η οποία δεν θα ήταν ιδιαίτερα ελκυστική αν διέθετε γυναίκα πρόεδρο. 

Ενδεικτικό της επιτυχίας και της διαχρονικότητας των τάπερ ήταν ότι κάθε δύο δευτερόλεπτα πραγματοποιούταν μία κατ’ οίκον επίδειξη. Η αξία της Tupperware έφθασε τα 1,1 δισ. δολάρια, ενώ το δίκτυο διανομής εξακολούθησε να υιοθετεί τη μέθοδο της απευθείας πώλησης (σήμα κατατεθέν της εταιρείας).

Ωστόσο, σήμερα η εταιρεία βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο. Το μέλλον της είναι δυσοίωνο καθώς οι πωλήσεις -με εξαίρεση την περίοδο της πανδημίας- ακολουθούν έντονα πτωτική πορεία, ενώ η μετοχή της έχει πέσει στα τάρταρα. Η Tuppeware άργησε να αντιληφθεί ότι το περιβάλλον έχει αλλάξει και ότι το μοντέλο της απευθείας πώλησης μέσω των πάρτι έχει χάσει τη λάμψη του. Η δε νέα γενιά της έχει γυρίσει την πλάτη στρεφόμενη σε πιο οικονομικές-οικολογικές επιλογές.


Με πληροφορίες από το Γνωστά Ονόματα Αγνωστες Ιστορίες 1 (Εκδ. Σταμούλη)


Νεότερη Παλαιότερη
Protopapadakis-biblia