Η ιστορία του πρώτου all-inclusive μοντέλου...


Η θέσπιση της άδειας μετ’ αποδοχών στη Γαλλία του Μεσοπολέμου και η καθιέρωση φθηνών εισιτηρίων στα τρένα, έμελλε να δώσει μία απίστευτη ώθηση στον τουρισμό. Την ίδια στιγμή αρχίζουν να αναπτύσσονται και αντικομφορμιστικά κινήματα, που συνδυάζουν την ψυχαγωγία με τη συντροφικότητα, το πνεύμα της κοινότητας, τη γνωριμία με τη φύση, την απελευθέρωση από την σεμνοτυφία κ.λπ.

Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο αρχίζουν να κάνουν την εμφάνισή τους νέα μοντέλα διακοπών. Το 1948, δημιουργείται το "Ολυμπιακό κλαμπ", ένα χωριό για διακοπές μέσα σε σκηνές, με ένα μπαρ και μια πίστα χορού. Σ' αυτή την πρωτόγονη μορφή «all-inclusive», που σύντομα βρήκε μιμητές, οι παραθεριστές -νέοι σε ηλικία, ξένοι και λάτρεις της άθλησης- αθλούνται μέσα στη φύση και το βράδυ διασκεδάζουν.

Στις δομές του πρώτου all-inclusive συγκροτήματος δεν προβλεπόταν τρεχούμενο νερό, ηλεκτρισμός ή ιδιωτικοί χώροι-δωμάτια. Οι επισκέπτες κοιμούνται σε σκηνές στην αμμουδιά, παίζουν όλοι μαζί αθλήματα στην παραλία απολαμβάνοντας τον καθαρό αέρα, γευματίζουν κάτω από τα πεύκα και τα βράδια τραγουδούν γύρω από τη φωτιά.

Ένας από τους πρώτους που επένδυσαν σε αυτή τη νέα τάση ήταν ο Βέλγος Gérard Blitz, παιδί ευκατάστατης οικογένειας, ο οποίος, μαζί με τον Gilbert Trigano, οραματίζεται να δημιουργήσει νέους χώρους απόδρασης απαλλαγμένους από τους κοινωνικούς φραγμούς, ή όπως το έλεγε: “a place to be happy”.

Πράγματι, στις 27 Απριλίου του 1950, σε ένα ψαροχώρι κοντά στη Μαγιόρκα ιδρύεται το Club Mediterranée, μια μη κερδοσκοπική δομή, με 250 στρατιωτικές σκηνές και 1.000 κρεβάτια, που προάγει ένα μοντέλο διακοπών βασισμένο στην υπαίθρια ζωή, τα αθλήματα, την αλλαγή σκηνικού, την συνάντηση και την ευχαρίστηση, στα πλαίσια μιας διαμονής. Το μότο του μάλιστα είναι: «Στόχος της ζωής είναι να είσαι ευτυχισμένος. Το μέρος για να το ζήσεις είναι εδώ. Και ο χρόνος για να είσαι ευτυχισμένος είναι τώρα».

Η συγκυρία είναι ιδανική καθώς η μεταπολεμική Γαλλία έχει μόλις καταργήσει τα κουπόνια σίτισης, έχει θεσπίσει τον κατώτατο μισθό και γενικώς υπάρχει διάχυτη η ανάγκη να ζήσει και να απολαύσει τις χαρές της ζωής, που τόσο πολύ στερήθηκε τα προηγούμενα χρόνια.

Η ανταπόκριση του κόσμου υπήρξε εντυπωσιακή, με τους πρώτους επισκέπτες να προέρχονται από τον χώρο του αθλητισμού, της δημοσιογραφίας και των τεχνών – αργότερα θα εμφανιστούν οι φοιτητές και οι ευκατάστατοι νέοι. Είναι χαρακτηριστικό ότι το πρώτο καλοκαίρι το Club Mediterranée αναγκάστηκε να «ρίξει πόρτα» σε 10.000 άτομα.

Τα επόμενα χρόνια, τουριστικά χωριά, που δεν διαφέρουν και πολύ από τις κατασκηνώσεις, ανοίγονται στα πιο ειδυλλιακά και εξωτικά σημεία της Μεσογείου φέρνοντας επανάσταση στον τρόπο που ο κόσμος έκανε διακοπές. Με 16.800 φράγκα για δύο εβδομάδες (όσο ήταν ο κατώτατος μισθός), ο Blitz υπόσχεται «ένα νέο και συμπαθητικό μοντέλο διακοπών.

Ενα χωριό με άνετες σκηνές, στις πιο ωραίες τοποθεσίες της Μεσογείου (αργότερα ανεγέρθηκαν και σε χειμωνιάτικους προορισμούς), με πολυπληθές και αφοσιωμένο (μαυρισμένο και χαμογελαστό) προσωπικό, το οποίο σε ρόλο οικοδεσπότη ψυχαγωγεί, συμβουλεύει και δημιουργεί φιλίες με τους πελάτες, καθώς  και πληθώρα μεσογειακών αθλημάτων.

Στα «χωριά» αυτά δεν υπήρχαν ρολόγια, κλειδαριές στις πόρτες, τηλεοράσεις, ραδιόφωνα, αυτοκίνητα και, το πιο σημαντικό και επαναστατικό, δεν κυκλοφορούσαν μετρητά. 

Στους επισκέπτες (gentils membres - GMs), που μπορούσαν να κυκλοφορήσουν ακόμα και με χαλαρή ενδυμασία, δίνονταν κομπολόγια για να τα χρησιμοποιήσουν για την κατανάλωση ποτών στο μπαρ. Όπως έγραψε το 1965 το περιοδικό Paris Match: «Σε αυτά τα χωριά τα χρήματα δεν έχουν καμία αξία. Ολοι είναι εκατομμυριούχοι. Ζούμε σε μία τέλεια σοσιαλιστική οικονομία, όπου όλα είναι ελεύθερα για όλους».

Τη δεκαετία του ’60 και του ’70, το Club Mediterranée υιοθετεί μια πιο «ηδονιστική» και ρομαντική προσέγγιση και αρχίζει να προσελκύει εργένηδες, που προσέρχονται για να διασκεδάσουν και να βρουν ταίρι - εξ ου και το τραγούδι που γράφεται, το 1978, για την περίσταση με τίτλο «Sea, Sex and Sun». Τις δεκαετίες ’80 και ’90 το μοντέλο του Club Med, όπως μετονομάστηκε, έχει πια ωριμάσει και αντιγραφεί από άλλα resorts. Μια σειρά από άστοχα «ανοίγματα» (άνοιξαν μπαρ, γυμναστήρια και εστιατόρια) φέρνουν τον όμιλο στο κόκκινο, που αναζητά πλέον εναγωνίως έναν τρόπο να επανεφεύρει τον εαυτό του προκειμένου να επιβιώσει.

Για να σταματήσει την οικονομική αιμορραγία, ο Gilbert, ο μεγαλύτερος γιος του ιδρυτή, αυξάνει την τιμή της διαμονής και αναβαθμίζει τις υπηρεσίες. Το Club πλέον αλλάζει: με τις σκηνές να αφήνουν τη θέση τους στις καλύβες, και τις καλύβες στο τσιμέντο. Τα «χωριά» πλέον, στον 21ο αιώνα, χαρακτηρίζονται από πολυτέλεια και φινέτσα, έτοιμα να προσελκύσουν εύπορες οικογένειες ανά τον κόσμο. Αν και οι πρώτες αντιδράσεις ήταν υστερικές από πελάτες που ζητούσαν πίσω το παλιό τους κλαμπ, το εγχείρημα πέτυχε. Τα Club Med, όπως και το μοντέλο all inclusive, είχαν έρθει για να μείνουν…


Νεότερη Παλαιότερη
Protopapadakis-biblia