Ως Ελληνες συχνά λησμονούμε ένα από τα πιο σημαντικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της χώρας μας (και φυσικά δεν αναφέρομαι στην απαράμιλλη ομορφιά, στις παραλίες, στα πολυτελή ξενοδοχεία ή στον πολιτισμό της). Είναι οι ίδιοι οι άνθρωποί της, που είναι οι καλύτεροι πρεσβευτές της, που ανιδιοτελώς προσφέρουν την αγάπη και τη φροντίδα τους στον ξένο επισκέπτη, τον οποίο «φιλεύουν» με καλούδια.
Είναι αυτοί οι άνθρωποι, όπως η γιαγιά του χωριού που φτιάχνει μια πορτοκαλάδα για να κεράσει έναν ταλαιπωρημένο τουρίστα που περνά μπροστά από το σπιτικό της ή τον παππού που θα κόψει ένα κομμάτι βασιλικό και θα τον δώσει στην έκπληκτη τουρίστρια, οι οποίοι προσφέρουν απλόχερα αυθεντικές εμπειρίες που ο επισκέπτης θα κουβαλάει μαζί του για μια ζωή, που προσφέρουν στον επισκέπτη τη δυνατότητα να ζήσει σαν ντόπιος (live like a local).
Είναι αυτοί οι άνθρωποι που μας διαφημίζουν στο εξωτερικό, που δίνουν μια άλλη διάσταση στην έννοια της «φιλοξενίας», που δημιουργούν ιστορίες (storytelling) οι οποίες θα διαμοιραστούν από ενθουσιασμένους επισκέπτες, μέσα από αναρτήσεις και βίντεο, σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο.
Ένας από αυτούς είναι και ο Alan’s theory, που μετράει 270.000 ακολούθους και ανέβασε ένα εγκωμιαστικό βίντεο, για την Ελλάδα. Σε αντίθεση όμως με άλλους influencers, ο τύπος αυτός εστιάζει στους χαρισματικούς ανθρώπους της, προτρέποντας μάλιστα τους επισκέπτες να αφήσουν τις φωτογραφίες και το Instagram και να συναναστραφούν με ντόπιους. Ουσιαστικά το σύντομο βίντεό του (που μετράει πάνω από ένα εκατ. επισκέψεις και 700 περίπου σχόλια, αρκετά προερχόμενα από τουρίστες με παρόμοιες εμπειρίες από την χώρα μας) αποτελεί ωδή στον αφανή Ελληνα που ανιδιοτελώς θα «ενισχύσει» την εμπειρία του επισκέπτη.
Το βίντεο συνοδεύεται από ένα εξίσου εγκωμιαστικό κείμενο:
Οι Έλληνες ❤️ για κάποιο λόγο, θέλουν πραγματικά να σε κάνουν να φας φαγητό!!!, αυτό είναι το θέμα τους 😃 και το λατρεύω. Αλλά δεν το βιώνουν όλοι αυτό όταν έρχονται εδώ.
Instagram Tourism, είναι ένας όρος που χρησιμοποιώ για να περιγράψω την τάση του "ταξιδιού" σε ένα μέρος με καθαρό στόχο να τραβήξεις "τη φωτογραφία του Instagram"
Βρίσκομαι ήδη στην Ελλάδα για πάνω από 2 εβδομάδες και σας λέω, τα πράγματα που θα θυμάμαι για το υπόλοιπο της ζωής μου σχετικά με αυτή την καταπληκτική χώρα, είναι οι Έλληνες 🙌 🙋♀️🙋♂️, η αγάπη τους για τη ζωή, η αγάπη τους για να με ταΐζουν. Η άνευ όρων φιλία που προσφέρουν σε όποιον επισκέπτεται τη χώρα τους είναι απίστευτη. Αλλά τόσο πολλοί άνθρωποι το προσπερνούν αυτό για να βγάλουν απλώς φωτογραφίες στο Instagram! 😕
Πιστεύω ακράδαντα ότι το ταξίδι ✈️ είναι μία από τις πιο σημαντικές αποφάσεις που μπορεί να πάρει κάποιος στη ζωή του. Ανοίγει το μυαλό σου, αλλά δεν είναι μόνο αυτό.
Μπορούμε να δούμε τον κόσμο 🌎 μόνο από τη δική μας οπτική γωνία, οπότε ο μόνος τρόπος που έχουμε για να κατανοήσουμε πραγματικά περισσότερα από την πραγματικότητα είναι να μιλάμε και να αλληλεπιδρούμε με άλλους ανθρώπους.
Το ταξίδι χωρίς αλληλεπιδράσεις με άλλους είναι σαν να περπατάμε σε έναν τεράστιο λαβύρινθο. Οι αλληλεπιδράσεις με άλλους ανθρώπους είναι αυτό που μας κάνει να αλλάζουμε, και ειλικρινά, τα γλωσσικά εμπόδια δεν σημαίνουν απολύτως τίποτα.
Αν ανοιχτείτε, θα διαπιστώσετε ότι οι άνθρωποι έχουν τόσο πολύ καλό στις καρδιές τους και έχουν τόσο έντονη επιθυμία να συνδεθούν, το οποίο είναι συγκλονιστικό.
Φεύγω από την Ελλάδα με μια καρδιά γεμάτη αγάπη για αυτόν τον τόπο και τους ανθρώπους της…
Η "περιπέτεια" μιας Βελγίδας τουρίστριας
Πριν από δύο περίπου μήνες, viral έγινε η εμπειρία μιας τουρίστριας από το Βέλγιο, η οποία έζησε την απόλυτη αυθεντική φιλοξενία. Ας δούμε τι είπε:
''Πήγα στην Πελοπόννησο, το οποίο ήταν όνειρο ζωής να επισκεφτώ το αρχαιότατο κομμάτι της ελληνικής γης. Χάθηκα και βρέθηκα σε ένα χωριό κοντά στο Άργος. Είδα έναν κήπο και μπήκα μέσα να ζητήσω ρεύμα για να φορτίσω το κινητό μου.
Μια γιαγιά με είδε κουρασμένη με το σακίδιο μου να γέρνει και γρήγορα με έβαλε να κάτσω. Μου έφερε αμυγδαλωτό και κρύο νερό. Δεν μιλούσε Αγγλικά.
Μέσα σε λίγες ώρες γνώρισα όλη την οικογένεια. Μου έφεραν κρέας και λαχανικά που ήταν δικιά τους παραγωγή. Είπα ευγενικά ότι είμαι χορτοφάγα και μου έδωσαν μόνο λαχανικά και φρούτα. Επέμειναν να μείνω στο σπίτι τους.
Η γιαγιά έφτιαξε το κρεβάτι μου και με σκέπασε μες στην νύχτα όταν κατέβηκε η θερμοκρασία. Στο τέλος έκατσα πέντε μέρες. Με πήγαν στους αγρούς, στο καφενείο και στην εκκλησία. Φεύγοντας πήγα να προσφέρω λίγα χρήματα, αλλά δεν δέχτηκαν ούτε ευρώ. Δεν ξέρω ακριβώς τι έζησα αλλά η Ελλάδα μου άφησε την πιο όμορφη γεύση.”