Cocktail lounges, γεύματα πέντε πιάτων, χαβιάρι σερβιρισμένο από γλυπτά πάγου και ατελείωτη ροή σαμπάνιας: η ζωή στα αεροπλάνα ήταν αρκετά διαφορετική κατά τη διάρκεια της "χρυσής εποχής των ταξιδιών", της περιόδου από τη δεκαετία του ‘50 έως τη δεκαετία του ’70, που φημιζόταν για την πολυτέλεια και το γκλάμορ.
Συμπίπτει με την αυγή της εποχής των τζετ, που εγκαινιάστηκε από αεροσκάφη όπως το de Havilland Comet, το Boeing 707 και το Douglas DC-8, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν τη δεκαετία του ‘50 για τις πρώτες προγραμματισμένες υπερατλαντικές πτήσεις, πριν από την εισαγωγή της βασίλισσας των ουρανών, του Boeing 747, το 1970.
"Τα αεροπορικά ταξίδια εκείνη την εποχή ήταν κάτι το ξεχωριστό", λέει ο Graham M. Simons, ιστορικός της αεροπορίας και συγγραφέας. "Ήταν πολυτελή. Ήταν ξεκούραστα. Ήταν γρήγορα. Οι άνθρωποι ντύνονταν καλά γι' αυτό. Το προσωπικό φορούσε στολές υψηλής ραπτικής. Και υπήρχε πολύ περισσότερος χώρος: η απόσταση μεταξύ των καθισμάτων ήταν 36 με 40 ίντσες, από 28 που είναι σήμερα''.
Τα χρόνια εκείνα, που οι ναύλοι ήταν απρόσιτοι για όλους τους άλλους εκτός από τους πλούσιους (σ.σ. $600 δολάρια εποχής -5.600 σε σημερινά χρήματα- κόστιζε τότε ένα υπερατλαντικό ταξίδι), οι αεροπορικές εταιρείες δεν ανησυχούσαν για την εγκατάσταση περισσότερων θέσεων, αλλά για περισσότερες ανέσεις. Οι αεροπορικές εταιρείες προωθούσαν τις πτήσεις τους ως πολυτελή μέσα μεταφοράς, επειδή στις αρχές της δεκαετίας του 1950 είχαν να ανταγωνιστούν τα κρουαζιερόπλοια.
Έτσι, υπήρχαν χώροι αναμονής και η δυνατότητα για γεύματα τεσσάρων, πέντε, ακόμη και έξι πιάτων. Η δε Olympic Airways είχε επιχρυσωμένα μαχαιροπήρουνα στις καμπίνες της πρώτης θέσης, ενώ ορισμένες από τις αμερικανικές αεροπορικές εταιρείες είχαν επιδείξεις μόδας στον διάδρομο, για να βοηθούν τους επιβάτες να περνούν την ώρα τους. Κάποια στιγμή, μάλιστα, συζητήθηκε να τοποθετηθούν μικρά πιάνο στα αεροσκάφη για να παρέχουν ψυχαγωγία.
Οι οίκοι Christian Dior, Chanel και Pierre Balmain συνεργάζονταν με την Air France, την Olympic Airways και την Singapore Airlines αντίστοιχα για να σχεδιάσουν τις στολές του πληρώματος.
Το επάγγελμα της/του αεροσυνοδού ήταν μια ονειρεμένη δουλειά. Τα πληρώματα των πτήσεων έμοιαζαν με ροκ σταρ όταν περνούσαν μέσα από τον τερματικό σταθμό, κρατώντας τις βαλίτσες τους, σχεδόν σε αργή κίνηση. Ήταν πολύ κομψοί, και όμορφοι, με τους περισσότερους επιβάτες να προσπαθούν να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους.
Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ένας επιβάτης: "Ήταν σαν να πηγαίνω σε κοκτέιλ πάρτι. Φορούσαμε πουκάμισο, γραβάτα και σακάκι, κάτι που ακούγεται γελοίο τώρα, αλλά ήταν ο κανόνας. Όταν πετούσαμε με το τζετ τζάμπο, το πρώτο πράγμα που κάναμε ήταν να ανεβούμε από τη σπειροειδή σκάλα στο πάνω κατάστρωμα και να καθίσουμε στο σαλόνι. Υπήρχε μάλιστα και μία αίσθηση ελευθερίας, καθώς μπορούσαμε να καπνίσουμε (σ.σ. το κάπνισμα, που συχνά προκαλούσε τη δυσαρέσκεια του προσωπικού, άρχισε να απαγορεύεται τη δεκαετία του ’80) και να πιούμε άφθονο αλκοόλ".
Διαβάστε ακόμα: Pan Am. Η ιστορία της εταιρείας που εφηύρε την οικονομική θέση...
Η αεροπορική εταιρεία που συνδέθηκε όσο καμία άλλη με τη χρυσή εποχή των ταξιδιών είναι η Pan Am, η πρώτη εταιρεία που χρησιμοποίησε Boeing 707 και 747, ούσα ηγέτιδα του κλάδου στις υπερωκεάνιες διαδρομές εκείνη την εποχή.
Το φαγητό ήταν απολαυστικό και η εξυπηρέτηση άψογη. Είχε μάλιστα προβλεφθεί και χώρος, πέρα από την τραπεζαρία, "για να καθίσουν και να κουβεντιάσουν" μετά το γεύμα, συναναστρεφόμενοι συχνά με το προσωπικό του αεροπλάνου.
Μια αεροσυνοδός περιγράφει το μενού: "Ξεκινήσαμε με καναπεδάκια, μετά βγήκε ένα καρότσι με ορεκτικά, που περιλάμβαναν χαβιάρι και φουά γκρα. Μετά από αυτό είχαμε ένα καρότσι με ένα μεγάλο μπολ με σαλάτες και τις ανακατεύαμε μόνοι μας πριν τις σερβίρουμε. Στη συνέχεια, υπήρχε πάντα κάποιο είδος ψητού, όπως σατομπριάν ή μοσχαρίσιο ψητό, το οποίο ερχόταν ωμό και το μαγειρεύαμε στο μαγειρείο. Είχαμε τουλάχιστον πέντε άλλα πιάτα, ένα καρότσι με τυριά και φρούτα και ένα καρότσι με επιδόρπια. Και σερβίραμε σαμπάνια Crystal ή Dom Perignon".