Εδραίωση (Consolidation)
Καθώς ο συνολικός αριθμός τουριστών αυξάνεται, με τους
ρυθμούς αύξησης ωστόσο να βαίνουν μειούμενοι, αρχίζουν να διαφαίνονται τα πρώτα
ρήγματα στο οικοδόμημα. Η έντονη αστικοποίηση, η έλευση νέων κατοίκων στην
κοινότητα, η πραγματοποίηση σημαντικών επενδύσεων, κυρίως τουριστικών
συγκροτημάτων, από μη ντόπιους επενδυτές έχουν ως αποτέλεσμα ο τουριστικός
προορισμός να απωλέσει πλήρως τον παραδοσιακό του χαρακτήρα.
Οι αυτόχθονες κάτοικοι, που συχνά αδυνατούν να έχουν
πρόσβαση στα ντόπια θέλγητρα (πολλά από τα οποία έχουν «κακοποιηθεί»),
συνειδητοποιούν πια ότι ο τουρισμός έχει και αρνητικές συνέπειες ενώ δεν είναι
λίγες και οι περιπτώσεις εκδήλωσης εχθρικών συμπεριφορών προς τους επισκέπτες.
Στο στάδιο αυτό, που χαρακτηρίζεται -από το 2012- ως overtourism (υπερτουρισμός), βρίσκονται σήμερα αρκετοί τουριστικοί προορισμοί παγκοσμίως (π.χ. Βενετία, Ντουμπρόβνικ, Βαρκελώνη) που έχουν εδώ και χρόνια παραδοθεί στο μαζικό τουρισμό, αλλά και αρκετοί ελληνικοί. Στις περιοχές αυτές, όπου συχνά-πυκνά εκδηλώνονται εχθρικά συναισθήματα προς τους τουρίστες, έχουν πλέον χαθεί και τα τελευταία ψήγματα ντόπιας κουλτούρας – ακόμη και ο παραδοσιακός φούρνος έχει πια μετονομαστεί σε bakery.
Στη φάση της εδραίωσης, σύμφωνα με το μοντέλο του Buttler σχετικά με τον κύκλο
ζωής προορισμών (πηγή Τουριστικό Μάρκετινγκ), οι προορισμοί βρίσκονται μία ανάσα από το ακροτελεύτιο
στάδιο, αυτό της παρακμής, όπου επέρχεται η υποβάθμιση και η απαξίωση.
Τα παραπάνω, όπως αντιλαμβανόμαστε, φωτογραφίζουν δύο
ισχυρά χαρτιά της τουριστικής μας βιομηχανίας, τη Μύκονο και τη Σαντορίνη, που
αμφότερα τις μέρες που μας πέρασαν απασχόλησαν αρνητικά τον Τύπο (περιστατικά
σχετικά με την αποχέτευση και την κατανάλωση ή έλλειψη νερού).
Δύο ισχυρά χαρτιά που δυστυχώς έχουν αφεθεί στον αυτόματο
πιλότο, παρ’ όλο που η πανδημία θα έπρεπε να αποτελέσει μία πρώτης τάξης
ευκαιρία για ενδοσκόπηση, για συλλογισμό, για την κατάρτιση μακροπρόθεσμου πλάνου
(που θα εσωκλείει έννοιες όπως βιώσιμος και εναλλακτικός τουρισμός), για την
ανάπτυξη στρατηγικών, για επενδύσεις-υποδομές που θα αναβαθμίσουν τον τόπο, για,
για, για…
Δυστυχώς, πολιτεία, περιφέρεια και προορισμοί εξακολουθούν να σφυρίζουν αδιάφορα, αδυνατώντας να περιορίσουν ή τουλάχιστον να διαχειριστούν τις αυξανόμενες ροές επισκεπτών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Σαντορίνη, που έχει κτιστεί το 15% της συνολικής της επιφάνειας, το 2017 αντιστοιχούσαν 107,8 τουρίστες ημερησίως ανά 100 κάτοικους και 220,6 τουρίστες ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο (τα νούμερα αυτά επιβαρύνθηκαν περαιτέρω μέχρι το 2019), δείκτες που είναι από τους υψηλότερους παγκοσμίως,
Φθάσαμε σε σημείο οι τουρίστες να παραπονούνται για την…
ύπαρξη άλλων τουριστών, καθώς προκύπτουν σοβαρά προβλήματα σχετικά με την
κυκλοφορία, τη συμφόρηση των πεζών, τη διαχείριση των αποβλήτων, της
επιβάρυνσης του περιβάλλοντος, την έλλειψη νερού και ενέργειας (από τo 2017 έως
το 2021 η κατανάλωση νερού στη Σαντορίνη αυξήθηκε πάνω από 100%), καθώς και τον πολλαπλασιασμό των
βραχυπρόθεσμων μισθωμάτων τύπου Airbnb.
Τους καλοκαιρινούς μήνες οι ντόπιοι -ιδιαίτερα όσοι δεν ασχολούνται άμεσα με τον τουρισμό- ζουν ένα δράμα, καθώς το νησί τους δεν θυμίζει σε τίποτα το νησί στο οποίο μεγάλωσαν.
Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά μια κάτοικος της Σαντορίνης: «Χιλιάδες άνθρωποι συνωστίζονται στα σοκάκια της Οίας, σώμα με σώμα κυριολεκτικά, δεν υπάρχει απόσταση ούτε ενός εκατοστού μεταξύ τους. Ο ένας σπρώχνει τον άλλον, στο νησί υπάρχει διαρκώς κίνηση και μποτιλιάρισμα. Μάλιστα πολλές φορές για να προλάβει κάποιος το πλοίο της γραμμής κάτω στο λιμάνι πρέπει να αφήσει το αυτοκίνητο, να μπει σε κάποιο λεωφορείο και να τρέξει με τα πόδια, φορτωμένος με βαλίτσες».
Δύο ισχυρά χαρτιά, που αν είχαν φωνή, θα έλεγαν «Φθάνει!!!
Υποφέρουμε!!!». Διότι, η αλήθεια είναι, μετά το διεθνές ρεζιλίκι (δυστυχώς, για άλλη μια φορά δεν φαίνεται να ιδρώνει το αυτί κανενός), ότι ο
βασιλιάς είναι γυμνός και μάλιστα τα λύματά του, όπως συνέβη στη Μύκονο, όπου
οι άδειες δόμησης εξακολουθούν να χορηγούνται χωρίς κανένα περιορισμό, με την κατάρρευση
του δικτύου αποχέτευσης, καταλήγουν στη θάλασσα…