Τουρισμός, ως γνωστόν, είναι η
μετακίνηση ενός ατόμου η μιας ομάδας σε ένα μέρος και η παραμονή του εκεί για
να ικανοποιήσει, συνήθως, τις ψυχαγωγικές του ανάγκες. Ο τουρισμός έχει διάφορες
κατηγορίες και κίνητρα όπως ατομικός η μαζικός, τουρισμός υγείας ή επαγγελματικός,
αγροτουρισμός, γαστρονομικός και πολλές ακόμη.
Σκοπός της μετακίνησης αυτής
είναι κυρίως η ψυχαγωγία του επισκέπτη, κάτι που συμβάλλει στην ανάπτυξη των
προορισμών όχι μόνο σε οικονομικό, αλλά και σε βιοτικό και τεχνολογικό
επίπεδο. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια ένα νέο φαινόμενο έκανε την εμφάνιση του όλο και
πιο έντονα. Ο «υπερτουρισμός» (overtourism).
Και σίγουρα δεν είναι τόσο αγγελικά πλασμένος και πολλά υποσχόμενος όπως μπορεί
να ακούγεται.
Λίγη ιστορία…
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από
την αρχή. Ο υπερτουρισμός είναι γνωστός εδώ και πολλές δεκαετίες, συγκεκριμένα
από το 1970 (οπότε και έκανε δειλά δειλά την εμφάνισή του σε επιλεγμένους
προορισμούς), καθώς έχει αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης σε ακαδημαϊκούς
κύκλους. Ως φαινόμενο άρχισε να γιγαντώνεται την τελευταία δεκαετία, ως όρος
έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή του το 2012, ενώ στο ευρύ κοινό διαδόθηκε το
2017. Με λίγα λόγια, υπερτουρισμός είναι η αντιληπτή «συμφόρηση» ενός
προορισμού λόγω της υπερβολικής τουριστικής μετακίνησης.
Ποια είναι η αιτία του κακού…
Το φαινόμενο του υπερτουρισμού
και της τακτικής πλέον μετακίνησης των τουριστών έλκει την καταγωγή του από τη
βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, την άνθιση της μεσαίας τάξης σε αναδυόμενες
οικονομίες (π.χ. Ινδία, Κίνα), την καθιέρωση των low-cost αεροπορικών εταιρειών και του
μοντέλου all inclusive,
την ανάπτυξη της κρουαζιέρας, την έλευση της Airbnb και φυσικά τη διείσδυση των social media, με μια σημαντική
μερίδα των τουριστών, κυρίως των millennials, να επιλέγει προορισμούς που γράφουν καλά στον φακό…
Τι επιπτώσεις έχει…
Ωστόσο το πρόβλημα δεν σταματά
στον υπερπληθυσμό και στην πιθανή δυσαρέσκεια των ίδιων των τουριστών, που, αν μη τι άλλο, μπορεί να έχει (προσωρινά) οικονομικά
οφέλη. Όλη αυτή η δραστηριότητα δημιουργεί πληθώρα προβλημάτων στην
καθημερινότητα των κατοίκων. Οι δρόμοι γεμίζουν από τουριστικά οχήματα κάνοντας
δυσκολότερη τη μετακίνηση, τα διαθέσιμα σπίτια μετατρέπονται σε καταλύματα
βραχυχρόνιας μίσθωσης με αποτέλεσμα την υπερβολική αύξηση των ενοικίων, ο όγκος
των απορριμμάτων αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο, οι πόροι εξαντλούνται
(ηλεκτροδότηση, υδροδότηση κ.ά.), η ανεξέλεγκτη δόμηση αλλάζει την φυσιογνωμία
του ήδη επιβαρυμένου προορισμού, ενώ παράλληλα παρατηρείται αύξηση της
εγκληματικότητας αλλά και της εποχικότητας.
Προορισμοί σε απόγνωση…
Ο κοινωνικο-πολιτιστικός
αντίκτυπος είναι πολύ μεγαλύτερος από όσο κανείς φανταζόταν και αναμένεται τα
επόμενα χρόνια να γιγαντωθεί. Χαρακτηριστικά παραδείγματα προορισμών που ήδη
αντιμετωπίζουν έντονα αυτό το πρόβλημα, καθώς κάθε χρόνο «πνίγονται» από τουρίστες,
είναι η Μαγιόρκα, το Λονδίνο, το Άμστερνταμ, η Ταϊλάνδη, το Ρέικιαβικ, η
Βενετία, και τώρα πλέον και η Ελλάδα, με κορωνίδα την Σαντορίνη.
Σήμερα πια φθάσαμε σε σημείο ένας
τουρίστας να χρειάζεται μισή ώρα για να διανύσει τα 515 μέτρα της Γέφυρας του
Καρόλου, στην Πράγα, ή ένας τουρίστας να μην βρει θέση να εναποθέσει την πετσέτα του
στο Ελαφονήσι, στην Κρήτη. Πλέον, για
τους ντόπιους αυτό που κάποτε ήταν ευλογία, σήμερα είναι κατάρα, καθώς νιώθουν ότι
είναι υπό διωγμόν από τον ίδιο τους τον τόπο και ως εκ τούτου νομοτελειακά στρέφονται
ενάντια στους τουρίστες – εξ ου και ο όρος «τουριστοφοβία». Δεν προκαλεί λοιπόν
έκπληξη που σε πολλές πόλεις οι κάτοικοι ξεσηκώνονται και διαμηνύουν ότι δεν
θέλουν τους τουρίστες…
Πηγή: Αρθρο-εργασία για το μάθημα του Τουριστικού Μάρκετινγκ του Αποστολόπουλου Δημήτρη, φοιτητή της Le Monde
Tην επόμενη Κυριακή: Η Μαγιόρκα ''πνίγεται''