Στο Πλωμάρι της Λέσβου, σε ένα νησί με
παράδοση στο εμπόριο από αρχαιοτάτων χρόνων, έμελλε να δραστηριοποιηθεί
εμπορικά ο γηγενής Δημήτριος Παπουτσάνης, διακεκριμένος δημότης της μικρής
αυτής πόλης, ο οποίος ίδρυσε εκεί μία από τις πλέον μακροβιότερες ελληνικές
βιομηχανίες, η οποία θα μάθαινε τους Έλληνες τι εστί προσωπική περιποίηση,
αναζωογόνηση και φροντίδα.
Έχοντας αποκτήσει πολύτιμη εμπειρία και
τεχνογνωσία από τη Σμύρνη, εν έτει 1870, ο Δημήτριος Παπουτσάνης στήνει στο
Πλωμάρι το πρώτο εργοστάσιο παραγωγής ελαιόλαδου με μηχανήματα ατμού. Για
πολλά, όμως χρόνια, μέχρι την αλλαγή του αιώνα, η ‘’Π.Δ. Παπουτσάνης’’ θα
αντιμετωπίσει ουκ ολίγες δυσκολίες και θα εξακολουθήσει να παραμένει μια μικρή
βιοτεχνία.
Παράλληλα με το εκλεκτό ελαιόλαδο, θα στραφεί
και στην παραγωγή πράσινου σαπουνιού για το πλύσιμο των ρούχων, σε μικρές,
βέβαια, ποσότητες, αφού τα νοικοκυριά της τότε εποχής λειτουργούσαν μάλλον
ανταγωνιστικά παρασκευάζοντας τα ίδια τα δικά τους σαπούνια προκειμένου να
καλύψουν τις ανάγκες τους.

Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η άνοδος του
βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων θα δώσει ισχυρή ώθηση στην ‘’Π.Δ. Παπουτσάνης’’,
η οποία παρουσιάζει στην αγορά το περίφημο ‘’καραβάκι’’, ένα σαπούνι που θα
γνώριζε απίστευτη και διαχρονική επιτυχία, ενώ σταδιακά επεκτείνεται και σε
άλλους κλάδους, όπως των καλλυντικών και των χημικών. Την ίδια στιγμή αρχίζει
να εμφανίζει αξιόλογη εξαγωγική δραστηριότητα, κυρίως στις αγορές της Αμερικής,
της Ισπανίας, της Κύπρου και της Μέσης Ανατολής – σήμερα, η εταιρεία έχει
παρουσία, διαθέτοντας μια ευρεία γκάμα προϊόντων, σε 25 χώρες του εξωτερικού.

Στην αυγή του 21ου αιώνα φαίνεται ότι η
ανάπτυξη του ‘’Παπουτσάνη’’, που ανήκε στον ομίλο ‘’Plias’’, έχει φθάσει στα
όριά της. Μαζί με την κατάρρευση του χρηματιστηρίου και εξαιτίας μιας σειράς
άστοχων επιχειρηματικών κινήσεων, θα αρχίσει η πτώση, αφού σύντομα τα κέρδη θα
μετατραπούν σε ζημιές. Ενδεικτική της αβεβαιότητας σχετικά με το μέλλον της
εταιρείας ήταν το γεγονός ότι οι μετοχές της, που είχαν εισαχθεί στο ελληνικό
Χρηματιστήριο από το 1972, μπαίνουν σε καθεστώς επιτήρησης.

Αρωγό σ’ αυτή την προσπάθεια, πέρα από τα
ιστορικά προϊόντα της με τα οποία μεγάλωσαν γενιές και γενιές Ελλήνων
καταναλωτών, έχει το νέο υπερσύγχρονο εργοστάσιο στη Ριτσώνα, που είναι το
μεγαλύτερο εργοστάσιο παραγωγής σαπουνιού στα Βαλκάνια και ένα από τα
μεγαλύτερα στην Ευρώπη.