Ο πιο διάσημος κροκόδειλος στον κόσμο, το λογότυπο της Lacoste, θα αντικατασταθεί έστω και προσωρινά, προκειμένου να προωθηθεί μία περιορισμένη έκδοση με τα δέκα είδη του ζωικού βασιλείου που απειλούνται με εξαφάνιση. Συνολικά θα παραχθούν 1,775 μπλουζάκια πόλο, όσα και τα εναπομείναντα ζώα. Με αφορμή την αλλαγή του λογότυπου της Lacoste, ας ανατρέξουμε πίσω στην ιστορία για να δούμε, μέσα από το βιβλίο "Γνωστά Ονόματα Αγνωστες Ιστορίες 1", την πλούσια ιστορία της γαλλικής εταιρείας και το πώς προέκυψε ο διάσημος κροκόδειλος:
Ο Ρενέ Λακόστ είχε την τύχη να έχει ευκατάστατο και αρκετά συγκαταβατικό πατέρα, αφού του επέτρεψε να διακόψει το σχολείο και να ασχοληθεί µε την µεγάλη του αγάπη, το τένις. Ο Ρενέ δεν θα τον απογοήτευε, ούτε ως αθλητής αλλά ούτε και ως επιχειρηµατίας, αφού ανακάλυψε το µηχάνηµα που εκτόξευε τις µπάλες (1927), τα µπλουζάκια µε το όνοµά του (1933), την κολλητική ταινία στις λαβές της ρακέτας (1960) καθώς και τη µεταλλική ρακέτα (1963).
Ο Ρενέ Λακόστ είχε την τύχη να έχει ευκατάστατο και αρκετά συγκαταβατικό πατέρα, αφού του επέτρεψε να διακόψει το σχολείο και να ασχοληθεί µε την µεγάλη του αγάπη, το τένις. Ο Ρενέ δεν θα τον απογοήτευε, ούτε ως αθλητής αλλά ούτε και ως επιχειρηµατίας, αφού ανακάλυψε το µηχάνηµα που εκτόξευε τις µπάλες (1927), τα µπλουζάκια µε το όνοµά του (1933), την κολλητική ταινία στις λαβές της ρακέτας (1960) καθώς και τη µεταλλική ρακέτα (1963).
Ο Λακόστ µπορεί να µην διέθετε κάποιο έµφυτο
ταλέ ντο στο τένις, όµως η εξαντλητική προπόνηση -συνήθιζε να χτυπάει επί ώρες
το µπαλάκι στον τοίχο του σπιτιού του-, η απαράμμιλη πειθαρχία του, η
αγωνιστική οξυδέρκειά του και το πάθος που τον κυρίευε στο παιχνίδι, σύντοµα θα
τον καθιέρωναν στην ελίτ του τένις. Κατάφερε µέχρι το 1929, σε ηλικία 25 µόλις
ετών, να κατακτήσει επτά συνολικά φορές τα τουρνουά του Ουίµπλεντον, του Ρολάν
Γκαρός και του Ντέιβις Καπ, παραμένοντας για δύο χρόνια, το 1926-27, ως Νο.1
τενίστας.
Δυστυχώς για τον ίδιο, αν και σχετικά νέος,
αναγκάστηκε να αποσυρθεί από τα κορτ λόγω της χρόνιας βρογχίτιδας, που τον
ταλαιπωρούσε όταν έκανε κρύο ή είχε υγρασία. Η
πολλά υποσχόµενη καριέρα του στα γήπεδα µπορεί να έληξε πρόωρα, όµως ο ίδιος θα
διέπρεπε ως επιχειρηµατίας στο χώρο της ένδυσης.
Όλα ξεκίνησαν το 1925,
παραµονές ενός κρίσιµου αγώνα, όταν ο Λακόστ έκανε µία βόλτα µε συναθλητές του
στους εµπορικούς δρόµους της Βοστόνης. Κάνοντας µια στάση µπροστά στην κοµψή
βιτρίνα ενός καταστήµατος ταξιδιωτικών ειδών, το βλέµµα του καθηλώθηκε σε µία
περίτεχνη βαλίτσα από δέρµα κροκοδείλου. Τότε έβαλε στοίχηµα µε συναθλητή του,
ότι αν νικούσε τον αντίπαλό του, θα κέρδιζε τη βαλίτσα.
Ο Γάλλος τενίστας δεν κατάφερε τελικά να
κερδίσει, ωστόσο, ένας Αµερικάνος δηµοσιογράφος έγραψε: «Ο νεαρός Λακόστ δεν
κέρδισε τη βαλίτσα από δέρµα κροκοδείλου, πάλεψε όµως σαν αληθινός
κροκόδειλος». Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, η σωµατική αντοχή, η δύναµη, η
νηφαλιότητα και η επιµονή του γνωστού ερπετού έγιναν συνώνυµα του Λακόστ. Δύο
χρόνια µετά, ένας φίλος του σχεδίασε και του δώρισε µία υφασµάτινη µινιατούρα
κροκοδείλου, την οποία ο Λακόστ κέντησε στο µπλέιζερ που φορούσε πάντα στους
αγώνες.
Σε ένα άρθρο που δημοσίευσε στο περιοδικό
People το 1979, παρέθεσε πως «μια μέρα παρατήρησα τον φίλο μου τον Μαρκήσιο του
Χολμοντελέι να φορά το πόλο μπλουζάκι του στο γήπεδο. “Πολύ πρακτική ιδέα”
σκέφτηκα». Ήταν τόσο πρακτική, που ο Ρενέ ανέθεσε σε έναν άγγλο ράφτη να
ετοιμάσει μερικά μπλουζάκια, βαμβακερά και μάλλινα. «Προτού περάσει λίγος
καιρός, όλοι τα φορούσαν!» έλεγε χαμογελώντας.
Μετά από ένα ταξίδι στο Λονδίνο, αποφάσισε να
αντικαταστήσει τα κλασικά µακρυµάνικα µπλουζάκια µε τη στενή λαιµόκοψη που
φορούσε στους αγώνες, µε µια σειρά νέων, πιο άνετων, τα οποία απορροφούσαν τον
ιδρώτα και αγκάλιαζαν απαλά το σώµα, παίρνοντας το σχήµα του. Το 1933
εµπιστεύτηκε στον φίλο του και ιδιοκτήτη του µεγαλύτερου εργοστασίου πλεκτών
ειδών στη Γαλλία, Αντρέ Ζιλιέ, την παραγωγή της δηµιουργίας του. Φυσικά το
πράσινο κροκοδειλάκι δεν θα µπορούσε να λείπει από αυτό το εγχείρηµα.
Ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία της µόδας, που
το λογότυπο απεικονιζόταν πάνω στο ρούχο, αντί να βρίσκεται κρυµµένο στις
εσωτερικές ραφές του. Τα νέα µπλουζάκια για το τένις, το γκολφ και την
ιστιοπλοΐα ήταν πιο µικρά και µε κοντύτερα µανίκια. Ήταν επίσης πολύ άνετα αφού
η κυψελοειδής διάταξη των ινών βαµβακιού επέτρεπε στην πρώτη ύλη να διατηρεί
την ανάλαφρη υφή της, ενώ η ανθεκτικότητα και η υψηλή ποιότητα του ρούχου
διασφαλίζονταν από µια µικρή αλλά σηµαντική λεπτοµέρεια: για ένα µπλουζάκι
χρειάζονταν 20 χιλιόµετρα βαµβακερής κλωστής…
Με σήµα κατατεθέν το κροκοδειλάκι και έµβληµα
την εγγύηση της επωνυµίας Lacoste, στα τέλη της δεκαετίας του ’30 η εταιρεία
είχε ήδη κερδίσει την ευρεία αναγνώριση της αθλητικής κοινότητας. Ο Λακόστ
µοίραζε αφειδώς µπλουζάκια σε τενίστες και διασηµότητες, γνωρίζοντας πολύ καλά
ότι αυτοί θα τα διέδιδαν στο ευρύτερο κοινό.
Μετά τη λήξη του Β´ Παγκοσµίου Πολέµου
ξεκίνησε η παραγωγή και σε άλλα χρώµατα πέρα από το κλασικό λευκό, ενώ άρχισαν
οι εξαγωγές πρώτα στην Ιταλία και αργότερα στις ΗΠΑ, την Ισπανία και την
Ιαπωνία. Το μπλουζάκι τένις του Λακόστ βρέθηκε στα ράφια της αμερικανικής
αγοράς το 1952, αποκαλούμενο «το σύμβολο του κύρους του άξιου αθλητή». Η
εταιρεία συνεργάστηκε με γνωστή εταιρεία ρούχων, ενώ διαφημίστηκε δυναμικά, με
διασημότητες όπως ο Κένεντι, ο Αϊζενχάουερ και ο Κρόσμπι να απαθανατίζονται
φορώντας το «κροκοδειλάκι». Έκτοτε, τα μπλουζάκια καθιερώθηκαν στη συνείδηση
του κοινού.
Σήµερα, η Lacoste έχει προσθέσει στη γκάμα
της σειρές αρωµάτων, εσωρούχων, γυαλιών ηλίου, δερµάτινων αξεσουάρ, υποδηµάτων,
ρολογιών και λευκών ειδών, που διατίθενται πλέον σε 115 χώρες σε όλο τον κόσµο.
Ο Ρενέ Λακόστ, που απεβίωσε το 1996, σε ηλικία 96 ετών, χρίζοντας διάδοχο τον
µεγαλύτερο γιο του, κατόρθωσε να έχει επιτυχηµένη καριέρα τόσο µέσα στο γήπεδο όσο
και στον επιχειρηµατικό στίβο. Το πράσινο κροκοδειλάκι έγινε συνώνυµο µε το
όνοµά του, κάνοντας για πρώτη φορά τη µόδα πρωταγωνιστή στις µεγάλες αθλητικές
διοργανώσεις.