Το 1972, στους
Ολυµπιακούς του Μονάχου, ο Άντι Ντάσλερ, ιδρυτής της Adidas, σε µια προσπάθεια
να κατατροπώσει τον µισητό του αντίπαλο, την Puma, πλήρωσε τον µεγάλο Αµερικάνο
κολυµβητή Μαρκ Σπιτς για να κρατάει τα παπούτσια στα χέρια του κατά τη στιγµή
της απονοµής. Ο Σπιτς όµως το παράκανε, αφού χαιρέτησε το κοινό κρατώντας τα
Adidas του, προκαλώντας την έντονη δυσφορία της Διεθνούς Ολυµπιακής Επιτροπής,
που τον κάλεσε σε απολογία. Το περιστατικό αυτό ήταν ενδεικτικό µιας ατέρµονης
διαφηµιστικής µονοµαχίας ανάµεσα σ’ αυτές τις δύο εταιρείες, η οποία είχε και
προσωπικό χαρακτήρα καθώς οι ιδρυτές τους ήταν αδέρφια…
Ο Άντολφ (Άντι) Ντάσλερ, γόνος φτωχής
γερμανικής οικογένειας, ξεκίνησε ως µπαλωµατής σε µια χτυπηµένη, από τον Α´
Παγκόσµιο Πόλεµο, Γερµανία. Τα χρόνια εκείνα βοηθούσε την οικογένειά του να
παρασκευάσει σουπλά, ενώ ταυτόχρονα κολλούσε και έραβε παπούτσια· µια
ενασχόληση που σύντοµα θα άλλαζε τη ζωή του. Το πάθος του, ως µανιώδης λάτρης
του στίβου, ήταν η κατασκευή του τέλειου αθλητικού παπουτσιού, που θα
προστάτευε τους αθλητές από τραυµατισµούς και θα βελτίωνε τις επιδόσεις τους.
Το 1920, σε ηλικία µόλις 20 ετών, έφτιαξε στο
πλυσταριό της µητέρας του το πρώτο παπούτσι για προπόνηση στο στίβο. Τέσσερα
χρόνια αργότερα, µαζί µε τον αδερφό του, Ρούντολφ, ίδρυσε την Gebruder Dassler
OHG, η οποία απασχολούσε 12 υπαλλήλους –κυρίως µέλη της οικογένειας– και
έφτιαχνε παπούτσια για ποδόσφαιρο, τένις και τρέξιµο. Από την αρχή, ο Ντάσλερ
έδινε ιδιαίτερη έµφαση στην απόδοση και την ασφάλεια του παπουτσιού. Για το
λόγο αυτό συναντούσε γιατρούς, προπονητές και αθλητές, τους οποίους άκουγε
προσεκτικά σε μια προσπάθεια να
σχεδιάσει το κατάλληλο παπούτσι.
Στόχος του Άντι Ντάσλερ ήταν πάντα να
κατασκευάζει και να σχεδιάζει παπούτσια για συγκεκριµένες ανάγκες, για
συγκεκριμένα σπορ, γι’ αυτό το λόγο δοκίµαζε διάφορα υλικά για να βελτιώσει την
απόδοση των παπουτσιών του. Έφθασε, µάλιστα, σε σηµείο να πειραµατιστεί µε
δέρµα καρχαρία (για τις σόλες) και καγκουρό (για τα πλαϊνά του παπουτσιού).
Οι Ντάσλερ αντιλήφθηκαν από νωρίς την αξία
της συµµετοχής µεγάλων αθλητών που θα φορούσαν τα παπούτσια τους στις µεγάλες
αθλητικές οργανώσεις, όπως οι Ολυµπιακοί Αγώνες και τα Παγκόσµια Κύπελα
Ποδοσφαίρου. Η αρχή έγινε στους Ολυµπιακούς του Αµστερνταµ το 1928, όπου σχεδόν
οι µισοί αθλητές φορούσαν τα παπούτσια των Ντάσλερ.
Όµως η αποθέωση θα ερχόταν στους Ολυµπιακούς
του Βερολίνου το 1936. Ο Άντι Ντάσλερ, που µόλις είχε σχεδιάσει ένα αθλητικό
παπούτσι µε καρφιά, κατάλληλο για δροµείς, µετέβη στο Βερολίνο όπου παρουσίασε
το δηµιούργηµά του στον Τζέσε Όουενς. Ο Αφροαµερικάνος σταρ της εποχής δέχθηκε
να τα φορέσει, κατακτώντας, προς µεγάλη απογοήτευση και οργή του Χίτλερ,
συνολικά τέσσερα χρυσά µετάλλια. Ο ίδιος ο Χίτλερ, προφανώς, δεν γνώριζε ότι ο
έγχρωµος αθλητής που αµφισβήτησε την ανωτερότητα της άριας φυλής φορούσε
παπούτσια που είχαν κατασκευάσει δύο πιστά µέλη του Ναζιστικού Κόµµατος…
Η επιτυχία του Όουενς
επιβεβαίωσε και ενίσχυσε την καλή φήµη που είχαν τα παπούτσια των Ντάσλερ.
Σύντοµα, αµέτρητα γράµµατα από προπονητές εθνικών οµάδων από όλο τον κόσµο
κατέφθασαν στο γραφείο των δύο αδερφών, ζητώντας να τους στείλουν τα παπούτσια
που κατασκεύαζαν. Οι δουλειές των δύο αδερφών εκτοξεύτηκαν στα ύψη, ενώ η
εταιρεία τους έφθασε να πουλάει 200.000 ζευγάρια το χρόνο µέχρι την έναρξη του
Β’ Παγκοσµίου Πολέµου.
Ο Πόλεµος, όµως, αποτέλεσε ισχυρό ράπισµα όχι
µόνο στις πωλήσεις αθλητικών παπουτσιών, αλλά και στις σχέσεις των δύο αδερφών
και των συζύγων τους. Οι δύο άντρες ήταν εκ διαμέτρου διαφορετικοί χαρακτήρες,
και θα έφθανε µια απλή παρεξήγηση για να αλλάξει τελείως η µοίρα τους. Το 1943,
κατά τη διάρκεια των συµµαχικών βοµβαρδισµών, ο Άντι και η σύζυγός του µπήκαν
στο καταφύγιο, όπου ήδη βρίσκονταν ο Ρούντολφ µε την οικογένειά του. «Ήρθαν
πάλι οι βρωµο-µπάσταρδοι», είπε ο Αντι, αναφερόµενος στα συµµαχικά αεροπλάνα. Ο
Ρούντολφ, όµως, θεώρησε ότι ο αδερφός του αναφερόταν σε αυτόν και την
οικογένειά του. Το γυαλί στις σχέσεις των δύο ανδρών είχε ραγίσει οριστικά.
Το 1948, οι δύο πρωτοπόροι του αθλητικού
παπουτσιού χωρίζουν δρόµους, ο µεν Άντι Ντάσλερ ιδρύει στις 18 Αυγούστου 1949 την
Adidas (από τα αρχικά του ονόµατός του – την ίδια μέρα κατοχύρωσε και τις τρεις
λωρίδες πάνω στο παπούτσι), ο δε Ρούντολφ Ντάσλερ τη Ruda (επίσης, από τα
αρχικά του ονόµατός του), την οποία σύντοµα µετονόµασε σε Puma, µε σήµα το
γνωστό αιλουροειδές, σύµβολο δύναµης και ταχύτητας. Τα δύο αδέρφια ήταν, πια,
ανταγωνιστές και οι εταιρείες τους για αρκετές δεκαετίες (πριν την έλευση της
Nike) θα κονταροχτυπηθούν για την πρωτιά στην αγορά των αθλητικών ειδών και του
σπορ ρουχισµού. Ακόµα και η πόλη όπου γεννήθηκαν θα χωριζόταν σε δύο στρατόπεδα
– κάτοικοι, καταστηµατάρχες και οι δύο τοπικές ποδοσφαιρικές οµάδες έπρεπε να
επιλέξουν τίνος το µέρος θα έπαιρναν…
Η φήµη της Adidas θα εκτοξευόταν
λίγα χρόνια αργότερα, στον τελικό του Μουντιάλ του 1954, όταν η οµάδα της
Δυτικής Γερµανίας, που επικράτησε στη λασποµαχία του Σταδίου της Βιέννης της
µεγάλης τότε Ουγγαρίας µε 3-2, φορούσε παπούτσια µε βιδωτές τάπες που είχε
σχεδιάσει ο Άντι Ντάσλερ. «Το θαύμα της Βιέννης», όπως έμεινε στην Ιστορία,
αφενός θα εκτόξευε τις πωλήσεις της Adidas στα ύψη, αφετέρου θα συνέβαλε τα μάλα στην ανύψωση του
εθνικού φρονήματος των Γερμανών.
Το 1963 η Adidas παρήγαγε
μπάλες ποδοσφαίρου, ενώ τέσσερα χρόνια αργότερα στράφηκε στην παραγωγή
αθλητικού ρουχισμού. Το 1972 ήταν ο επίσημος προμηθευτής των Ολυμπιακών Αγώνων
στο Μόναχο, ενώ την ίδια χρονιά κατοχύρωσε το «τρίφυλλο» σήμα, που συμβόλιζε
την ιστορία και την κληρονομιά της μάρκας.
Ο Άντι
Ντάσλερ, ο ιδρυτής τής σύγχρονης αθλητικής βιοµηχανίας και ένας εκ των
πρωτεργατών της εµπορευµατοποίησης των µεγάλων αθλητικών διοργανώσεων, πέθανε
το 1978, λίγες μέρες πριν τα εβδομηκοστά όγδοα γενέθλιά του, έχοντας
κατοχυρώσει δεκάδες πατέντες, µε πιο γνωστές την κατασκευή καρφιών για το στίβο
και τις σόλες από νάιλον. Τα ηνία της επιχείρησης ανέλαβε η σύζυγός του, Κάθυ,
καθώς και ο γιος του Χορστ. Ο αιφνίδιος θάνατος του Χορστ Ντάσλερ, το 1987, σηματοδότησε
αφενός το τέλος της παρουσίας των Ντάσλερ στο τιμόνι της εταιρείας, αφετέρου
την απαρχή μιας ασταθούς περιόδου για την Adidas,
η οποία, ωστόσο, κατάφερε τη δεκαετία του ’90 να ανακτήσει το χαμένο έδαφος και
να πρωταγωνιστήσει ξανά.