Νικ δε Γκρικ. Η ιστορία ενός παγκοσμίου φήμης Ελληνα

Ο Νικ δε Γκρικ υπήρξε ο πιο διάσημος επαγγελματίας παίκτης τυχερών παιχνιδιών στον κόσμο, αλλά και ο πιο διάσημος Έλληνας της Αμερικής. Υπήρξε, επίσης, ο μοναδικός Έλληνας που μπήκε, το 1979, στο Πάνθεον της Δόξας (Hall of Fame) των θρύλων του πόκερ. Το όνομά του από μόνο του συνιστούσε ένα θρύλο, ικανό να προσελκύσει διάσημους τζογαδόρους, που συνέρρεαν από όλα τα πλάτη και τα μήκη του κόσμου για να έχουν την τιμή να παίξουν δίπλα στον κορυφαίο παίκτη.

Τα πρώτα χρόνια…
   Ο Νίκος Δάνδολος, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, καταγόταν από τη Σμύρνη και γεννήθηκε στο Ρέθυμνο στις 27 Απριλίου 1883. Μεγάλωσε μέσα σε ευκατάστατο οικογενειακό περιβάλλον, με τον πατέρα του να είναι έμπορος χαλιών και το νονό του εφοπλιστή. Μολονότι αποφοίτησε από το Ελληνικό Ευαγγελικό Κολέγιο της Σμύρνης με πτυχίο στη φιλοσοφία, δεν έμελλε ποτέ να ασχοληθεί με το εν λόγω αντικείμενο.
   Σε ηλικία 18 ετών, ο νονός του τον στέλνει στην Αμερική παραχωρώντας του ένα χαρτζιλίκι 150 δολαρίων την εβδομάδα, ποσό εξαιρετικά μεγάλο για τα δεδομένα της εποχής. Πρώτη του στάση είναι το Σικάγο, όπου γνωρίστηκε και ερωτεύτηκε μια κοπέλα, αλλά έπειτα από το χωρισμό τους καταλήγει στο Μόντρεαλ του Καναδά. Αρκετά αργότερα, όταν τον «κέρδισαν» τα τυχερά παιχνίδια, συνήθιζε να λέει: «Η τύχη είναι μια γυναίκα κι αυτή η γυναίκα είναι ο έρωτας της ζωής μου».

Η κλίση στα τυχερά παιχνίδια…
   Στο Μόντρεαλ γνωρίζεται με έναν διάσημο αναβάτη των ιπποδρομιών, ο οποίος τον «μυεί» στο χώρο των αλόγων και τον «σπρώχνει» στα στοιχήματα στις ιπποδρομίες. Εκεί ο Δάνδολος θα διαπρέψει, καταφέρνοντας μέσα σε έξι μήνες να κερδίσει σχεδόν μισό εκατομμύριο δολάρια. Τα χρήματα αυτά θα τα χάσει όταν επιστρέψει στο Σικάγο, καθώς θα αρχίσει να παίζει μεγάλα ποσά σε παιχνίδια που έως τότε του ήταν άγνωστα, όπως ήταν τα χαρτιά και τα ζάρια. Η αποτυχία αυτή, πάντως, δεν έμελλε να πτοήσει τον νεαρό Έλληνα, που ήξερε πλέον τι ήθελε να κάνει στη ζωή του.

Η καθιέρωση…
   Αφιερώνοντας χρόνο στη μελέτη των τυχερών παιχνιδιών, εξελίχθηκε αργά αλλά σταθερά σε δεινό παίκτη. Το άστρο του είχε μόλις ανατείλει, με τη φήμη του να εξαπλώνεται σε όλη την Αμερική. Γνωστός πια ως Νικ δε Γκρικ (Nick the Greek), ο παράτολμος παίκτης, που δεν δίσταζε να στοιχηματίσει 100.000 δολάρια σε ένα μόνο ποντάρισμα, θα αποτελούσε πόλο έλξης στα διάφορα καζίνο και χαρτοπαικτικές λέσχες όπου έπαιζε. Μεγάλα καζίνο τού προσφέρουν άπλετο χρήμα για να δουλέψει γι’ αυτούς –ώστε να αποφύγουν και τις «ζημιές» που τους έκανε ως παίκτης-, ο ίδιος όμως απαντάει αρνητικά.
   Το Σικάγο δεν θα αργούσε να καταστεί αρκετά μικρό για τον Νικ δε Γκρικ, ο οποίος μετακομίζει στο Λας Βέγκας, το βασίλειο το τζόγου. Εκεί, οι χαρτοπαικτικές αναμετρήσεις του με θρυλικά ονόματα του τζόγου και του υποκόσμου, τις οποίες παρακολουθούσαν μόνο λίγοι τυχεροί προσκεκλημένοι, θεωρούντο παρτίδες-ιεροτελεστίες, που έμειναν στην ιστορία.
  Η πλέον εμβληματική αναμέτρηση διοργανώθηκε το καλοκαίρι του 1949, όταν αναμετρήθηκε, στα πλαίσια ενός «Μαραθωνίου Πόκερ», με τον κορυφαίο τότε παίκτη πόκερ, τον Τζόνι Μος. Ο αγώνας διήρκεσε πέντε μήνες με διαλείμματα μόνο για ύπνο, τροφή και φυσική ανάγκη, με το Δάνδολο να χάνει δύο εκατομμύρια δολάρια. Μάλιστα, όταν έχασε και το τελευταίο του δολάριο, σηκώθηκε ατάραχος από την καρέκλα του και είπε τη διάσημη φράση: «Κύριε Μος, θα πρέπει να σας αφήσω να φύγετε».

Γνωρίζατε ότι…
Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού του ο Νικ δε Γκρικ  παρέμενε ανέκφραστος χωρίς μορφασμούς και χωρίς να αλλάζει τη χροιά της φωνής του. Δημιούργησε ένα μυστήριο γύρω από το πρόσωπό του, καθώς δεν αποκάλυψε ποτέ τα μυστικά του. Ήταν ψηλός, όμορφος, ευαίσθητος, μα πάνω απ’ όλα ευγενικός και τίμιος. Είχε καταφέρει να κερδίσει τους πάντες με τους τρόπους του, ακόμα και τους μαφιόζους της εποχής, οι οποίοι έτρεφαν απεριόριστο σεβασμό στο πρόσωπό του. Όπου και αν πήγαινε, δεν τον άφηναν ποτέ να πληρώσει, ενώ, όταν κέρδιζε, μοίραζε χιλιοδόλαρα για φιλοδώρημα.

Το πάθος για το τζόγο…
   Οι μεγαλύτερες, πάντως, χαρτοπαικτικές αναμετρήσεις του έγιναν την πρωτοχρονιά. Μάλιστα, μία φορά, ένα λεπτό πριν αλλάξει ο χρόνος, ο Νικ δε Γκρικ έχασε σε ένα μόνο ποντάρισμα 300.000 δολάρια. Τότε, σηκώθηκε σαν να μην είχε συμβεί τίποτα και ζήτησε να αναβοσβήσουν τα φώτα και να ανοίξουν οι σαμπάνιες. «Ελπίζω», είπε, «με την αλλαγή του χρόνου να αλλάξει και η τύχη μου». Όντως, το βράδυ εκείνο κέρδισε 1.250.000 δολάρια, τα οποία όμως έχασε σε ένα μήνα στη ρουλέτα και στα άλογα, που ήταν και η μεγάλη του αδυναμία. «Τα ρημάδια τα τετράποδα, συχνά τρέχουν με τρία μόνο πόδια», είχε πει κάποτε γι’ αυτά.
   Σε μια άλλη ιστορική παρτίδα πόκερ, στη Νέα Υόρκη, με τους άσσους του είδους, ο «ανεξάρτητος χαρτοπαίκτης», όπως αποκαλούσε ο ίδιος τον εαυτό του, κέρδισε εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια. Ο χαμένος της βραδιάς ήταν ο Κοστέλο, αρχηγός της Μαφίας, ο οποίος του είπε: «Έλληνα, φεύγεις και δεν συνεχίζεις, γιατί είσαι δειλός». Τότε, ο Νικ δε Γκρικ, απευθυνόμενος στον παρευρισκόμενο Φαρούκ, πρώην βασιλέα της Αιγύπτου, τον παρακαλεί να ανακατέψει την τράπουλα. Κατόπιν τούτου, ζητάει από τον μαφιόζο «να τραβήξουμε ένα χαρτί, με το μεγαλύτερο να κερδίζει πεντακόσιες χιλιάδες δολάρια». Ο Κοστέλο όμως διστάζει.

Είπαν γι’ αυτόν…
 «Ο Κοστέλο δεν θα είναι για πάντα ο αρχηγός της Μαφίας, αλλά ο Νικ δε Γκρικ θα είναι ο αδιαφιλονίκητος βασιλιάς της τράπουλας», Times της Νέας Υόρκης.
«Νικ, υπήρξες τόσο αγνός και τίμιος, ώστε η μόνη περιουσία που είχες ήταν τα έξοδα της κηδείας σου»,  Φρανκ Σινάτρα

   Ο «τζέντλεμαν της πράσινης τσόχας», πάντως, περιφρονούσε τα χρήματα. Έπαιζε πάντα για τη συγκίνηση του παιχνιδιού και όχι γι’ αυτό καθ’ αυτό το χρήμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τα χέρια του πέρασαν πάνω από 500 εκατ. δολάρια, ενώ υπάρχουν εκτιμήσεις που ανεβάζουν το νούμερο αυτό στα δύο δισ. δολάρια. Κάποτε είχε δηλώσει ότι στη διάρκεια της καριέρας του είχε κάνει τη διαδρομή από την απόλυτη φτώχεια στον πλούτο και το αντίστροφο πάνω από 75 φορές.

Οι τίτλοι τέλους…
   Ο Νίκος Δάνδολος συνέχισε να παίζει –μικρότερα πια- παιχνίδια μέχρι το τέλος της ζωής του, ανήμερα τα Χριστούγεννα του 1966, σε ηλικία 83 ετών. Μολονότι έμενε σε πολυτελέστατο ξενοδοχείο του Λας Βέγκας, πέθανε πάμφτωχος. Τα άλογα, η έλλειψη επιχειρηματικού πνεύματος και οι αγαθοεργίες (δώρισε 20 εκατ. δολάρια -400 εκατ. σε σημερινά χρήματα- για φιλανθρωπικούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς) σκόρπισαν τα χρήματα που είχε κερδίσει ο μεγάλος παίκτης στα χαρτιά.
   Ορισμένοι επώνυμοι φίλοι του συναντήθηκαν και φρόντισαν ώστε να έχει μια κηδεία που αρμόζει σε έναν πραγματικό θρύλο του Λας Βέγκας. Τον έθαψε με μεγάλη πολυτέλεια ο επιστήθιος φίλος του Φρανκ Σινάτρα, που έκλαιγε συντετριμμένος στην κηδεία του,
   Σταρ του Χόλιγουντ αλλά και μαφιόζοι, προσήλθαν με τις φιμέ λιμουζίνες τους για να εναποθέσουν λουλούδια με τραπουλόχαρτα, κυρίως το Ρήγα σπαθί, το χαρτί που τον αντιπροσώπευε στο χώρο του τζόγου. Ακόμη και ο αμερικάνικος Τύπος έβαλε την είδηση και τη φωτογραφία του στην πρώτη σελίδα, κάνοντας εκτενή αναφορά στα κατορθώματα του ανεπανάληπτου χαρτοπαίκτη.
Νεότερη Παλαιότερη
Protopapadakis-biblia