Στις 7 Οκτωβρίου 1927 η
Μερσέντες Γκλιτς, µια Λονδρέζα στενογράφος, κολύµπησε για πρώτη φορά το κανάλι
της Μάγχης σε 10 ώρες, φορώντας στον καρπό της ένα Rolex. Οι δηµοσιογράφοι
βρίσκονταν στην όχθη της Μάγχης για να απαθανατήσουν τη «γέννηση» του πρώτου
αδιάβροχου ρολογιού, του µοντέλου Oyster της εταιρείας Rolex. Η επιθυµία του
βαυαρικής καταγωγής ιδρυτή της Montres Rolex S.A., Χανς Ουίλσντορφ, είχε πια
πραγµατοποιηθεί.
Γεννηµένος το 1881, ο
Ουίλσντορφ έµεινε ορφανός σε ηλικία µόλις 12 ετών. Στα 19 του χρόνια, και ενώ
εργαζόταν σε εταιρεία που έκανε εξαγωγές ρολογιών, συνειδητοποίησε ότι είχε µια
έντονη κλίση στα ρολόγια χειρός. Πίστευε ότι στο µέλλον θα αντικαθιστούσαν τα
ρολόγια τσέπης και ότι αυτό που χρειαζόταν η αγορά ήταν ένα αξιόπιστο ρολόι.
Την εποχή εκείνη, οι περισσότεροι κατασκευαστές ρολογιών πίστευαν ότι ένα ρολόι
χειρός θα ήταν σχεδόν αδύνατο να είναι ποιοτικό, αφού θα έπρεπε να διαθέτει
µικροσκοπικούς µηχανισµούς, οι οποίοι προφανώς θα ήταν ευαίσθητοι µε την κίνηση
του χεριού.
Ο Ουίλσντορφ ήθελε να
προσφέρει στους πελάτες του έναν άρτιο ωρολογιακό µηχανισµό που να αντέχει σε
δύο δοκιµασίες: στο νερό και στο πέρασµα του χρόνου. Απογοητευµένος από τους
προµηθευτές ρολογιών της εποχής του, αποφάσισε το 1905 να ιδρύσει τη δική του
εταιρεία συναρµολόγησης ρολογιών στο Λονδίνο.

Ο Βαυαρός επιχειρηµατίας, σε αντίθεση µε
άλλους κατασκευαστές που έβαζαν το όνοµά τους πάνω στο ρολόι, αναζήτησε μία
ξεχωριστή επωνυμία, κάτι που θα έκανε το δηµιούργηµά του να ξεχωρίζει από
µακριά, να είναι σύντοµο, ευκολοµνηµόνευτο και απλό στην προφορά του σε όλες
τις γλώσσες. Επέλεξε λοιπόν το «Rolex», προερχόµενο µάλλον από το «Horlogerie
Exquise» ή επειδή ταίριαζε με τον ήχο που κάνει το ρολόι όταν κουρδίζεται.
Η µεγάλη ευκαιρία, όµως, ήταν ο Α´ Παγκόσµιος
Πόλεµος –ο Ουίλσντορφ είχε εν τω µεταξύ µετονοµάσει την εταιρεία του σε Rolex
Co. διότι το Wilsdorf Co. είχε γερµανικές καταβολές– και αυτό γιατί οι Βρετανοί
στρατιωτικοί διαπίστωσαν ότι ένα ρολόι χειρός, το οποίο µέχρι τότε ήταν
αποκλειστικά γυναικείο προνόµιο, ήταν πιο εύχρηστο από ένα ρολόι τσέπης. Στα
χαρακώµατα απαιτείτο συγχρονισµός, που µπορούσε να επιτευχθεί µόνο µε ρολόγια
ευκόλως προσβάσιµα, δεµένα πρόχειρα στους καρπούς τους. Έκτοτε το ρολόι δεν θα
έμπαινε ξανά στην τσέπη των αντρών.
Εν τω µεταξύ, η εταιρεία αναγκάστηκε να µεταφερθεί
στη Γενεύη, φημισμένη για τα περίτεχνα ρολόγια της, καθώς η βρετανική κυβέρνηση
επέβαλε υψηλή φορολογία στα εισαγόµενα προϊόντα, όπου ξεκίνησε την παραγωγή
µιας σειράς ανδρικών και γυναικείων ρολογιών, τα οποία πιστοποιήθηκαν πάραυτα.
Το 1926, ο ιδρυτής εξουδετέρωσε κάθε εξωτερική απειλή που δεχόταν ένα ρολόι
–δηλαδή το νερό, την υγρασία και τη βρωµιά– δηµιουργώντας µια πρωτοποριακή
δυνατή κάσα µε βιδωτό στεφάνι.

Προκειμένου να προσδώσει στα ρολόγια του το
γόητρο που τους αρμόζει, εν αντιθέσει με άλλους κατασκευαστές που υιοθετούν την
εντατική διανομή, ο πολυμήχανος ωρολογοποιός επιλέγει να περιορίσει το δίκτυο
διανομής, διαθέτοντας τα προϊόντα του μόνο μέσα από επιλεγμένα, αυστηρά
περιορισμένα, σημεία πώλησης, που απευθύνονται αποκλειστικά στην ανώτερη κοινωνική τάξη.
Η επόμενη καινοτομία ήρθε το 1931 με το
μοντέλο Rolex Oyster Perpetual,
που στηριζόταν σε έναν ανεξάρτητο περιστροφικό μηχανισμό, επίτευγμα
επαναστατικό για την εποχή του. «Ενας αυτόματος ωρολογιακός μηχανισμός που
κουρδίζεται με την κίνηση του χεριού», όπως έλεγε χαρακτηριστικά ο δημιουργός του.
Ακολούθησε το 1945 η ναυαρχίδα της εταιρείας, το Datejust,
το πρώτο ρολόι παγκοσμίως που διέθετε ένα παραθυράκι στην ώρα 3 με την
ημερομηνία, καθώς και ρολόγια ειδικά σχεδιασμένα για δύτες, ναυτικούς και
πιλότους.

Πηγή: Γνωστά Ονόματα Αγνωστες Ιστορίες 1 (Εκδ. Σταμούλης)