O
Χούγκο Φέρντιναντ Μπος γεννήθηκε σε μια μικρή πόλη νότια της Στουτγάρδης και
υπηρέτησε τη χώρα του κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Εχοντας
απασχοληθεί ως ράφτης αποφασίζει το 1924 σε ηλικία 33 ετών να ανοίξει επιχείρηση
εμπορίας ρούχων με 30 υπαλλήλους. Ανάμεσα στους πρώτους πελάτες του ήταν ο
Ρούντολφ Μπορν, που του παρήγγειλε συχνά καφέ μπλουζάκια για τη ναζιστική
οργάνωση των εθνικοσοσιαλιστών.
Μέχρι
τα τέλη της δεκαετίας, το εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα ήταν από τους καλύτερους
πελάτες του Μπος. Ωστόσο, η δυσμενής οικονομική κατάσταση της Γερμανίας τον
έφερε στα πρόθυρα της πτώχευσης, αναγκάζοντάς τον το 1931 να έρθει σε συμφωνία
με τους πιστωτές του προκειμένου να του αφήσουν έξι ραπτομηχανές για να κάνει
μια νέα αρχή. Την ίδια χρονιά ο Μπος έγινε μέλος του Εθνικοσοσιαλιστικού
Κόμματος με τον αριθμό 508.889.
Η
κίνηση αυτή τον έσωσε καθώς του εξασφάλισε συμβόλαια με τους Ναζί. Ο Μπος ωστόσο
ασπάστηκε και την ιδεολογία των Ναζί, αφού θεωρούσε ότι ο Χίτλερ ήταν ο
μοναδικός άνθρωπος που μπορούσε να σώσει οικονομικά τη Γερμανία – ο ίδιος φέρεται
να έχει μια φωτογραφία του Φύρερ στο γραφείο του. Οι πρώτες στολές που έφτιαξε
ήταν για τα παραστρατιωτικά σώματα των SS, των ταγμάτων εφόδου και της
Νεολαίας. Έως το 1941, η εταιρεία του κατάφερε να απογειωθεί οικονομικά από τα
38 χιλιάδες ράιχσμαρκ, σχεδόν στα 3,5 εκατομμύρια.
Τα
χρόνια του πολέμου ο Μπος επικεντρώθηκε στην παραγωγή ρούχων αποκλειστικά για
τους Ναζί, ντύνοντας τη Βέρμαχτ και τα Βάφεν Ες Ες, έχοντας πλέον στη διάθεσή
του 300 εργαζόμενους. Όλες πλέον οι στολές των ναζί είχαν την επώνυμη υπογραφή
του Χούγκο Μπος. Χάρη στον πόλεμο οι δουλειές εκτοξεύτηκαν και ο Γερμανός
ράφτης χρειάστηκε περισσότερα εργατικά χέρια. Τότε το ναζιστικό καθεστώς του
έστειλε 30 αιχμάλωτους πολέμου και 150 ξεριζωμένους από τον τόπο τους εργάτες,
κυρίως από τη Γαλλία, την Σοβιετική Ένωση και την Πολωνία, οι οποίοι
στεγάστηκαν σε ένα παρακείμενο στρατόπεδο υπό άθλιες βέβαια συνθήκες αιχμαλωσίας.
Μετά
την ήττα της Γερμανίας, καταδικάστηκε από δικαστήριο για την ενεργή συμμετοχή
και την οικονομική του ενίσχυση στο εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα. Θεωρήθηκε ως
υποστηρικτής και ευεργετημένος από τους Ναζί και του επιβλήθηκε πρόστιμο 100
χιλιάδων μάρκων, ενώ στερήθηκε τα πολιτικά δικαιώματα και τη δυνατότητα να
διευθύνει οποιαδήποτε επιχείρηση.
Ο
ίδιος ισχυρίστηκε ότι είχε υποστηρίξει τον Χίτλερ για να σώσει την εταιρεία του
και όχι γιατί πίστευε σε όσα πρέσβευε το Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό
Κόμμα, ωστόσο νέες ιστορικές έρευνες αποκαλύπτουν ότι ήταν ταγμένος ιδεολογικά
μαζί του. Πρόσφατα ο οίκος δήλωσε στην επίσημη ιστοσελίδα του: «Επιθυμούμε να
εκφράσουμε τη βαθιά μας λύπη για όσους υπέφεραν και ταλαιπωρήθηκαν από την
διοίκηση του Ούγκο Φέρντιναντ Μπος και τους νόμους του Εθνικοσοσιαλιστικού
Γερμανικού Εργατικού Κόμματος».
Ο ράφτης
των Ες Ες πέθανε λίγα χρόνια μετά, το
1948. Η εταιρεία του συνέχισε να φτιάχνει στολές για την αστυνομία και με το
πέρασμα των χρόνων, έγινε η σημερινή αυτοκρατορία στο χώρο της μόδας. Δεκαεννέα
χρόνια μετά το θάνατό του, δύο από τα εγγόνια του ανέλαβαν την εταιρεία και άλλαξαν
πλήρως την κατεύθυνση της εταιρείας στοχεύοντας στην ανδρική ένδυση.