Η ιστορία του Μαρινόπουλου

Με αφορμή τις δύσκολες ώρες που περνούν τα άλλοτε κραταιά σούπερ μάρκετ Μαρινόπουλος, των οποίων το μέλλον (:) θα ξεκαθαριστεί τις επόμενες μέρες (αν τελικώς δεν βρεθεί λύση, θα χάσουν τη δουλειά τους 11.500 εργαζόμενοι, συν τις όποιες απώλειες θα προκύψουν από τις ανεξόφλητες οφειλές προς προμηθευτές, που φθάνουν τα 1,2 δισ.),  ας ανατρέξουμε στο παρελθόν για να δούμε την ιστορία της επιχειρηματικής οικογένειας του Μαρινόπουλου, όπως παρουσιάζεται στο βιβλίο "Επιχειρείν αλά ΕλληΝΙΚΑ" (σ.σ. αξίζει να προσέξετε το μοντέλο διοίκησης που ακολούθησε για γενιές η οικογένεια).


ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ

Το Φαρμακείο στην Ομόνοια

   Η επιχειρηματική δραστηριότητα της οικογένειας Μαρινόπουλου εκτείνεται ήδη σε τρεις αιώνες, με εφαλτήριο ένα ταπεινό φαρμακείο στα τέλη του 19ου αιώνα, και εξακολουθεί ακόμη και σήμερα, χάρη στη δημιουργία ενός ομίλου με πολυσχιδείς δραστηριότητες, να θεωρείται από τις λίγες παραδοσιακές επιχειρηματικές οικογένειες που παραμένουν πανίσχυρες.
  Τον Νοέμβριο του 1893 ο Δημήτριος Μαρινόπουλος, από την Ελίκη Αιγιαλείας, ανοίγει το πρώτο φαρμακείο που έφερε το όνομά του στη Νεάπολη της Αθήνας. Στην αλλαγή του αιώνα, θα μεταφέρει το κατάστημα σε μεγαλύτερες εγκαταστάσεις, στη συμβολή των οδών Σόλωνος και Ζωοδόχου Πηγής, ενώ το 1905, μαζί με τον αδερφό του Πάνο, ανοίγουν ένα ακόμη φαρμακείο στην οδό Φιλελλήνων.
   Ο Τύπος της εποχής εκθειάζει το νέο φαρμακείο, περιγράφοντάς το «ως αληθινά αριστοκρατικόν και ευρωπαϊκόν, με πολυτελεστάτην επίπλωσιν». Βέβαια, το φαρμακείο αυτό θα ξεχώριζε και για άλλους λόγους, όπως για την πρωτότυπη πλάστιγγα μέτρησης του βάρους που διέθετε, το τμήμα πρώτων βοηθειών, το τμήμα αποστείρωσης, το τμήμα υγιεινής των κυριών με προϊόντα για τον καλλωπισμό τους, καθώς και το τμήμα ταρίχευσης.
   Ήδη από τα χρόνια εκείνα, τα δύο αδέρφια αντιλαμβάνονται τη σημασία της συνεργασίας με ξένες εταιρείες, μια πρακτική που υιοθετείται ακόμη από την οικογένεια Μαρινόπουλου, προκειμένου να  αποκτήσουν τεχνογνωσία, κύρος και αξιοπιστία. Έτσι, εξασφαλίζουν συνεργασίες με ξένα εργοστάσια και ορισμένους φαρμακευτικούς οίκους, καθώς και την αποκλειστική αντιπροσωπεία προϊόντων του πιο γνωστού τότε φαρμακευτικού οίκου.
   Το 1908 είχαν πια ωριμάσει οι συνθήκες για τη δημιουργία του περίφημου φαρμακείου στην πλατεία Ομονοίας, το οποίο στελεχώνεται με επιστημονικό προσωπικό και διαθέτει πλούσια συλλογή καλλυντικών και παιδικών ειδών. Ώθηση στις πωλήσεις θα προσδώσει και η ίδια η προσωπικότητα του Δημήτρη Μαρινόπουλου, ο οποίος υπήρξε εκλεκτό και αγαπητό μέλος της αθηναϊκής κοινωνίας. Το δε φαρμακείο του έφερε με δικαιολογημένη περηφάνια το διακριτικό ‘’προμηθευτής της Α.Μ του Βασιλέως και του Διαδόχου’’, προσελκύοντας με αυτό τον τρόπο πολλές επιφανείς προσωπικότητες της εποχής.
   Μεταπολεμικά, οι δύο γιοι του Πάνου Μαρινόπουλου, Δημήτρης και Ιωάννης, οι οποίοι είχαν ‘’μπολιαστεί’’ στην εταιρεία  για αρκετά χρόνια, αποφασίζουν ότι έχει έρθει η ώρα για να περάσουν στη βιομηχανική παραγωγή φαρμάκων, ιδρύοντας το 1949 τη φαρμακοβιομηχανία ΦΑΜΑΡ με αντικείμενο την παραγωγή φαρμάκων και καλλυντικών για λογαριασμό τρίτων στην Ευρώπη.


   Η ίδρυση της ΦΑΜΑΡ αποδείχθηκε ότι ήταν μόνο η αρχή, αφού σύντομα η οικογένεια θα επεκτείνει δραστικά τις επιχειρηματικές δραστηριότητές της. Πρώτιστα, παρακολουθώντας τις εξελίξεις στο εξωτερικό, θα εμπλακεί με το λιανεμπόριο δημιουργώντας το 1962 τα πρώτα καταστήματα αυτοεξυπηρέτησης στην Ελλάδα, δηλαδή αυτό που σήμερα γνωρίζουμε ως σουπερμάρκετ, με την επωνυμία Self Service Μαρινόπουλος.
   Ένα χρόνο μετά, με αφορμή τη συνεργασία με τον γαλλικό όμιλο Le Printemps, τα καταστήματα μετονομάζονται σε Prisunic Μαρινόπουλος, ή αλλιώς PM, όπως έγιναν γνωστά τη δεκαετία του ’70. Εν τέλει, η συνεργασία δεν θα μακροημέρευε, αφού λύθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν ο γαλλικός όμιλος είχε πάρει την κατιούσα.
   Ακολουθούν, το 1982, τα Beauty Shops, αλυσίδα καταστημάτων καλλυντικών και ειδών αισθητικής, η συνεργασία, το 1990, με την επιχείρηση Marks & Spencer, η δημιουργία, το 1999, του ομίλου Carrefour-Μαρινόπουλος, με τη συμμετοχή ανάμεσα στο γαλλικό και τον ελληνικό όμιλο να είναι στο 50% - 50%, η συνεργασία, το 2002, με τα Starbucks, και τέλος, η πιο πρόσφατη συνεργασία με τα καταστήματα Fnac.
   Αξιοσημείωτο είναι ότι όλα αυτά τα χρόνια, όλες οι συνεργασίες με τους ξένους οίκους έχουν γίνει επί ίσοις όροις. Ενδεικτική, εξάλλου, ήταν η δήλωση του Δημήτρη Μαρινόπουλου το 1969, σε μια εποχή όπου η δικτατορία αντιμετώπιζε με εύνοια τις ξένες επιχειρήσεις που επιθυμούσαν να δραστηριοποιηθούν στην Ελλάδα: «Δεν επιθυμούμεν να είμεθα αποικία των ξένων επενδυτών αλλά συνεργάται των εντός του ελληνικού χώρου».
   Σήμερα, τα ηνία του ομίλου έχουν περάσει πια στην τρίτη γενιά, τα τέσσερα παιδιά των Δημήτρη και Γιάννη Μαρινόπουλου, επιβεβαιώνοντας για μία ακόμη φορά τον ισχυρό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η οικογένεια στα επιχειρηματικά δρώμενα και στη διαχρονικότητα της επιχειρηματικότητας. Ακολουθείται δε ένα μοντέρνο σύστημα διοίκησης με την κατάτμηση μέρους των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του ομίλου σε κάθε ένα από τα τέσσερα ξαδέρφια.
   Την ίδια στιγμή, προκειμένου να εξασφαλισθεί η παρουσία του ιστορικού ονόματος και στο μέλλον του ομίλου, ‘’εκπαιδεύεται’’ η τέταρτη γενιά της οικογένειας Μαρινόπουλου, υιοθετώντας, όπως έχει πράξει και στο παρελθόν, μια ιδιαίτερα αποτελεσματική μέθοδο εκπαίδευσης, αυτή της τοποθέτησης του νεαρού εκπαιδευόμενου δίπλα σε κάποιον παλαιότερο, τον μέντορά του.

Πηγή: ''Επιχειρείν αλά ΕλληΝΙΚΑ'' (εκδ. Σταμούλης)
Νεότερη Παλαιότερη
Protopapadakis-biblia